Πέμπτη 14 Ιουλίου 2016

ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΘΕΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

E-mailΕκτύπωσηPDF
(Δευτ. 11/7/16 – 20:00)
Του ΓΙΩΡΓΟΥ Π. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΥ*
Έχουμε ήδη σε αρκετά άρθρα αναφέρει πως από τη δεκαετία του 1980 σημαντικές μεταβολές έγιναν στην ελληνική οικονομία και στη δομή της με τη μείωση της σημασίας της παραγωγής και την αύξηση της σημασίας των υπηρεσιών. Τα παραπάνω αποτυπώνονται στο επόμενο διάγραμμα όπου φαίνεται πως η καθοριστική περίοδος των παραπάνω μεταβολών ήσαν τα μέσα της δεκαετίας του 1970.
Διάγραμμα 1
Οι μεγάλες στρατηγικές επιλογές του ελληνικού κεφαλαίου, η ένταξη στην ΕΕ και την ευρωζώνη αποδείχτηκαν εξαιρετικά θετικές για το κεφάλαιο αλλά όχι για την εργασία καθώς όλο και μικρότερο ποσοστό από τον κοινωνικά παραγόμενο πλούτο πήγαινε σε αυτή. Αλλά όλα έχουν τα όριά τους κι ένα τέλος . Οι μεγάλες καπιταλιστικές κρίσεις έχουν σημαντικές επιπτώσεις και στη δομή των καπιταλιστικών οικονομιών αλλά και στη διεθνή θέση των εθνικών κεφαλαίων. Αυτό έδειξαν οι μεγάλες κρίσεις του τέλους του 19ου αιώνα καθώς κι αυτή του 1929.
Το ίδιο φαίνεται πως συμβαίνει και με τη σημερινή κρίση. Στην Ευρώπη και στην ΕΕ το γερμανικό κεφάλαιο, εξαιρετικά ενισχυμένο από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, αποκτά τον πρώτο λόγο χωρίς όμως και να μπορεί από μόνο του να παίξει παγκόσμιο ηγετικό ρόλο. Στον πολυπολικό κόσμο που διαμορφώνεται τα διάφορα μεγάλα κεφαλαία προσπαθούν να αποκτήσουν νέες θέσεις ισχύος εκτοπίζοντας ή περιορίζοντας την ισχύ μικρότερων κεφαλαίων. Η καθαρή διεθνής επενδυτική θέση (είναι η αξία των ξένων περιουσιακών στοιχείων ιδιωτικού και δημόσιου τομέα που βρίσκονται στην κατοχή μιας χώρας μείον την αξία των εγχώριων περιουσιακών στοιχείων που βρίσκονται στην ιδιοκτησία αλλοδαπών. Εκφράζεται συνήθως ως ποσοστό του ΑΕΠ) αντικατοπτρίζει αρκετά ικανοποιητικά τα παραπάνω όπως διαπιστώνουμε από το επόμενο διάγραμμα  
Διάγραμμα 2  
ΚΑΘΑΡΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΠΕΝΔΥΤΙΚΗ ΘΕΣΗ
 
Στο διάγραμμα βλέπουμε την κυριαρχία και την ενίσχυση του γερμανικού κεφαλαίου αλλά και την κατάρρευση της διεθνούς επενδυτικής θέσης της Ελλάδας. Οι μεταβολές αυτές, αλλά και όσα περιγράψαμε ήδη για την οικονομία της Ελλάδας, υποχρεώνουν το ελληνικό κεφάλαιο σε μια νέα, υποδεέστερη της προηγούμενης, διεθνή θέση. Το σύνολο, ή ένα μεγάλο ποσοστό τους, των βίαιων αντεργατικών παρεμβάσεων στην ελληνική οικονομία και κοινωνία προετοιμάζουν τη μετάβαση σε αυτό το νέο ρόλο του ελληνικού κεφαλαίου δημιουργώντας τις απαραίτητες συνθήκες για την κερδοφορία του, την κυριαρχία του και την αναπαραγωγή του.
Για το λόγο αυτό το ελληνικό κεφάλαιο έχει ήδη αποδεχτεί το νέο ρόλο του και προετοιμάζεται γι αυτόν. Στα πλαίσια αυτά εκπονήθηκε ήδη η μελέτη Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά». Αυτή η μελέτη κατατέθηκε από το Στουρνάρα, ως υπουργού οικονομικών, στο γιουρογκρουπ κι εγκρίθηκε ως η ενδεδειγμένη πορεία που πρέπει να ακολουθήσει το ελληνικό κεφάλαιο και η ελληνική οικονομία. Η ίδια η μελέτη δηλώνει:    
Η μελέτη «Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά» ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 2010, ολοκληρώθηκε το Σεπτέμβριο του 2011 και εκπονήθηκε από το γραφείο της McKinsey & Company στην Αθήνα. Χορηγοί της μελέτης ήταν ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών, η Ελληνική Ένωση Τραπεζών και η ίδια η McKinsey & Company  
Η μελέτη προτείνει ένα νέο Μοντέλο Ανάπτυξης της Ελλάδας για την επόμενη δεκαετία, καθώς και τις προδιαγραφές για την επανεκκίνηση της ανάπτυξης αυτής και πάνω από 100 εξειδικευμένες κλαδικές και οριζόντιες δράσεις που αφορούν τόσο το κράτος όσο και την ιδιωτική πρωτοβουλία.    
Η μελέτη «Η Ελλάδα 10 Χρόνια Μπροστά» επιχειρεί να προσδιορίσει το μοντέλο και τη στρατηγική ανάπτυξης που θα πρέπει να ακολουθηθεί σε ορίζοντα δεκαετίας, χρησιμοποιώντας ως βάση την ανταγωνιστικότητα, την παραγωγικότητα, την εξωστρέφεια και την τόνωση των επενδύσεων και της απασχόλησης  
Από την αρχή δηλώνεται η φιλοσοφία οι στόχοι και η κατεύθυνση της μελέτης: η φιλοσοφία είναι η υλοποίηση των νεοφιλελεύθερων προταγμάτων – ανταγωνιστικότητα κι εξωστρέφεια- μια οικονομία που θα κινείται στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών για εξαγωγή. Ταυτόχρονα δηλώνεται πως η ελληνική οικονομία- δηλαδή το ελληνικό κεφάλαιο- έχει εξαντλήσει το προηγούμενο μοντέλο ανάπτυξής του και πρέπει να βρει μια νέα θέση στο διεθνή καταμερισμό. Η εξεύρεση αυτής τηα θέσης αποτελεί και το αντικείμενο της μελέτης της McKinsey.
Καθώς οι μεταβολές που συντελέστηκαν από τη δεκαετία του 1980 και μετά με την μετεγκατάσταση της παραγωγής στις χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας και μετέπειτα στην Κίνα η απόλυτη ελευθερία του κεφαλαίου στέρησε την ελευθερία των αναπτυγμένων χωρών στην παραγωγή μεγάλου αριθμού αγαθών. Οι επιλογές επομένως των αναπτυγμένων χωρών έχουν περιοριστεί σημαντικά, ιδιαίτερα στον τομέα της παραγωγής αγαθών, κι ο ανταγωνισμός μεταξύ των κεφαλαίων καθίσταται ιδιαίτερα σκληρός στην κατανομή εκμετάλλευσης των όποιων δυνατοτήτων παραγωγής είναι ανοιχτές. Για την παραγωγή δηλαδή της μικρής μερίδας αγαθών που παράγονται ακόμη στις αναπτυγμένες χώρες.
Μια και η ανταγωνιστικότητα σε πολλούς τομείς της οικονομίας καθορίζεται από την Κίνα ο ανταγωνισμός είναι απλά αδύνατος για τις αναπτυγμένες χώρες τη στιγμή που δεν υπάρχουν πλέον νέα προϊόντα που θα στηρίζουν την παραγωγή στις αναπτυγμένες χώρες καθώς όλοι σχεδόν οι παλιοί παραγωγικοί κλάδοι μετακομίζουν στις χώρες με το φτηνό εργατικό δυναμικό. Στα πλαίσια αυτά στο ελληνικό κεφάλαιο επιφυλάσσεται ένας νέος ρόλος που για να μπορέσει να υλοποιηθεί απαιτούνται πολλές μεταβολές σε βάρος της εργασίας. Από τους μισθούς και τις κοινωνικές δαπάνες ως τις συλλογικές διαπραγματεύσεις και τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα ακρογωνιαίος λίθος για το νέο μοντέλο ανάπτυξης καθίσταται πλέον η ανταγωνιστικότητα και η εξωστρέφεια όπως βλέπουμε να προτείνει και η McKinsey στο επόμενο διάγραμμα.  
Διάγραμμα 3
Η απορρυθμίσεις της αγοράς εργασίας έχουν στη μελέτη εξαιρετική σπουδαιότητα. Προσπαθώντας να εντοπίσει τα αρνητικά της ελληνικής οικονομίας η μελέτη της McKinsey επισημαίνει:  
γ.Έλλειμμα ευελιξίας και ευρείας συμμετοχής στην αγορά εργασίας
Η Ελλάδα δεν εκμεταλλεύεται τις δυνατότητες που της προσφέρει το εργατικό της δυναμικό. Πρόσφατα υπήρξαν ορισμένες σημαντικές προσαρμογές προς την κατεύθυνση των ευρωπαϊκών προτύπων, αλλά οι εργοδότες εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν αντικίνητρα στις προσλήψεις, κυρίως λόγω του δύσκαμπτου νομικού πλαισίου, της επίδρασης των συλλογικών συμβάσεων στην αύξηση του κόστους εργασίας και στη συχνά στρεβλή λειτουργία του θεσμού της διαιτησίας.
Επιπλέον, οι απόφοιτοι των ελληνικών πανεπιστημίων δεν βρίσκουν εύκολα εργασία, πρόβλημα που οφείλεται και στο μεγάλο χάσμα ανάμεσα στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τον επιχειρηματικό κόσμο.
Εξαιτίας αυτών των στρεβλώσεων, η Ελλάδα έχει τη χαμηλότερη κινητικότητα στην αγορά εργασίας στην Ευρώπη και τη μεγαλύτερη μέση παραμονή σε μία δουλειά απ’ όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ (Σχήμα 12). Η κινητικότητα στην αγορά εργασίας είναι ένας κρίσιμος δείκτης που αντικατοπτρίζει την «υγεία» μίας οικονομίας. Το χαμηλό επίπεδο του δείκτη κινητικότητας αντανακλά και τη χαμηλή συμμετοχή του πληθυσμού στο εργατικό δυναμικό
Αξίζει να προσέξουμε λίγο παραπάνω τη δεύτερη παράγραφο. Αυτή για τα πανεπιστήμια. Ίσως κάποιος αναρωτηθεί για το προς ποιά κατεύθυνση βρίσκεται το: πρόβλημα που οφείλεται και στο μεγάλο χάσμα ανάμεσα στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα και τον επιχειρηματικό κόσμο. Είναι δηλαδή το επίπεδο και το περιεχόμενο των σπουδών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χαμηλό ή υψηλό; Την απάντηση τη βρίσκουμε σε έρευνα του ΙΟΒΕ του 2006 για τα αίτια της ανεργίας των νέων επιστημόνων. Η έρευνα συμπεραίνει:  
«... Τα υπάρχοντα δεδομένα, [ωστόσο], συνηγορούν στη διαπίστωση ότι το πρόβλημα δεν οφείλεται τόσο στην αδυναμία των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες απαιτήσεις,όσο στην καθυστέρηση και το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης σημαντικού μέρους του παραγωγικού τομέα της οικονομίας, που οδηγεί σε μειωμένη ζήτηση για εργασία υψηλού εκπαιδευτικού επιπέδου, σε αντίθεση με μια συνεχώς αυξανόμενη προσφορά ανθρώπινου δυναμικού υψηλών τυπικών προσόντων (υψηλών βαθμίδων εκπαίδευσης) ...
«... το σημαντικότερο μέρος της ζήτησης εργατικού δυναμικού καταλαμβάνουν επαγγέλματα χαμηλού εκπαιδευτικού επιπέδου. Ειδικότερα, σε πολλούς νομούς και περιφέρειες της χώρας η ζήτηση ατόμων με ειδικότητες για τις οποίες κατά κανόνα επαρκεί η υποχρεωτική εκπαίδευση, ξεπερνά το 80% της συνολικής ζήτησης. Αυτό σημαίνει ότι οι κυριότεροι λόγοι της ανεργίας των νέων πτυχιούχων δεν πρέπει να αναζητηθούν καταρχήν στο εκπαιδευτικό σύστημα αλλά μάλλον στις συνθήκες της οικονομίας»  
Οι αιτίες βρίσκονται δηλαδή στην καθυστέρηση και το χαμηλό επίπεδο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και των ελληνικών επιχειρήσεων. Τι είναι εκείνο επομένως που ζητά η McKinsey; Δεν ήταν σε γνώση της McKinsey αυτή η πραγματικότητα; Φυσικά και ήταν. Απλούστατα. Χαμηλότερο επίπεδο σπουδών. Η κατεύθυνση αυτή για τη μετάβαση από το πανεπιστήμιο που είναι κέντρο παροχής επιστημονικής εκπαίδευσης και έρευνας στα πανεπιστήμια κέντρα κατάρτισης και ανάπτυξης των δεξιοτήτων είναι γενικευμένη και αποτελεί ουσιαστικά και την κεντρική κατεύθυνση της ΕΕ.
Η εκπαίδευση επιστημόνων με ευρεία αντίληψη και παιδεία είναι πλέον εκτός των στόχων του σύγχρονου κεφαλαίου. Χρειάζονται απλούς διαχειριστές και καταρτισμένους διεκπεραιωτές. Στα πλαίσια αυτά κινείται και η πρόταση της McKinsey και είναι απολύτως εναρμονισμένη με τη νέα θέση που επιφυλάσσεται για το ελληνικό κεφάλαιο και κατ’ επέκταση και στους Έλληνες εργαζόμενους. Ας δούμε τώρα ποια είναι θέση αυτή και πως αποτυπώνεται στη μελέτη. Στις προτάσεις της μελέτης εκείνο που πρέπει να προσέξουμε είναι οι ίδιες οι προτάσεις και το που οδηγούν και όχι τα αριθμητικέ τιμές των διαφόρων μεγεθών που προβλέπονται και έχουν ήδη διαψευστεί από τη ζωή. Στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε τη μεταβολή στην Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία σε δύο οικονομικούς τομείς και για δύο χρόνους. Οι τομείς είναι οι επιλεγμένοι από τη μελέτη και που σηματοδοτούν υο νέο ρόλο του ελληνικού κεφαλαίου και για το 2010 και το 2021.
Διάγραμμα 4
Το πρώτο που παρατηρούμε είναι πως η ανάπτυξη, η όποια ανάπτυξη, θα προέρχεται από τους κλάδους προς τους οποίους θα κατευθύνεται η οικονομία. Ενώ οι επιλεγμένοι τομείς θα αναπτύσσονται με ρυθμούς 5% ετησίως η υπόλοιπη οικονομία θα αναπτύσσεται με ρυθμούς 1,5%. Ας δούμε τώρα, στο επόμενο διάγραμμα, ποιοι είναι οι ευνοούμενοι κλάδοι προς τους οποίους θα μπορεί να στραφεί η ελληνική οικονομία.
Διάγραμμα 5
Στο διάγραμμα βλέπουμε πως η Ακαθάριστη Προστιθέμενη Αξία στους κύριους τομείς της ελληνικής οικονομίας από 83 δισεκατομμύρια ευρώ το 2010 θα φτάσουν στα 132 δισεκατομμύρια το 2021. Φυσικά αφήνουμε εκτός σχολιασμού για την αύξηση στα 104 δισεκατομμύρια το 2016 που είναι εκτός πραγματικότητας στην πράξη. Προβλέπεται επομένως αύξηση της ΑΠΑ κατά 49 δισεκατομμύρια ή κατά 59%. Από αυτά τα 18 δισεκατομμύρια ή το 21,7% θα προέλθει από τον τουρισμό. Από τους τομείς δε του τουρισμού και των αποκαλούμενων «αναδυόμενων αστέρων» θα προέλθουν τα 25 δισεκατομμύρια ή το 30% της συνολικής αύξησης. Ποιοι είναι όμως οι «αναδυόμενοι αστέρες»; Η απάντηση δίνεται στον επόμενο πίνακα.
 
Εξαιρώντας την παραγωγή φαρμάκων και τις ιχθυοκαλλιέργειες παρατηρούμε και πάλι την ανάδυση της φιλοσοφίας που έχουμε ήδη περιγράψει. Η ελληνική οικονομία πρέπει να στραφεί σε τομείς που έχουν σχέση με τον τουρισμό – ιατρικός τουρισμός και φροντίδα για χρόνια πάσχοντες – και το διαμετακομιστικό εμπόριο. Ακριβώς η στροφή προς το διαμετακομιστικό εμπόριο επιβάλουν και την ιδιωτικοποίηση των λιμανιών. Προσέξτε επίσης και τον τομέα της διαχείρισης αποβλήτων. Είναι πολλά τα χρήματα εκεί και το γερμανικό κεφάλαιο έχει από νωρίς δείξει το ενδιαφέρον του. Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως ενώ, κατά τη μελέτη, η ΑΠΑ θα αυξηθεί το 2021 κατά 59% σε σχέση με το 2010 η απασχόληση θα αυξηθεί μόνο κατά 23%. Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη μας ότι από τις 520 χιλιάδες νέες θέσεις απασχόλησης που προβλέπονται οι 220, δηλαδή το 42%, θα είναι στον τουρισμό με την εποχιακή απασχόληση εύκολα αντιλαμβανόμαστε το μέρος του εισοδήματος που θα κατευθύνεται στην εργασία.
Κι αφού, όπως έχουμε τονίσει, στόχος είναι η δημιουργία δημοσιονομικών πλεονασμάτων για να αποπληρώνονται τα χρέη του δημοσίου αλλά και να δημιουργηθεί μια οικονομία που δουλεύει για να εξάγει, στα πλαίσια ενός νεομερκαντιλισμού, η μελέτη κάνει προβλέψεις και για την επίδραση των μεταβολών στην ελληνική οικονομία στα δύο αυτά μεγέθη όπως βλέπουμε στο επόμενο διάγραμμα.  
Διάγραμμα 6
Βλέπουμε και πάλι πως η κύρια συνεισφορά στο όφελος στο εμπορικό και το δημοσιονομικό ισοζύγιο προέρχεται από τον τουρισμό. Προβλέπεται πως ο τουρισμός και οι «αναδυόμενοι αστέρες» θα συνεισφέρουν το 72% στο όφελος του εμπορικού ισοζυγίου ενώ θα συνεισφέρουν το 75,3% στο δημοσιονομικό όφελος.  
Τα παραπάνω αποτελούν ισχυρές αποδείξεις πως με σχέδιο και στοχευμένα η ελληνική οικονομία κατευθύνεται σε ένα νέο μοντέλο στο οποίο οι υπηρεσίες θα αποκτήσουν ακόμη πιο βασικό ρόλο. Οι υπηρεσίες αυτές επικεντρώνονται κυρίως στον πάσης φύσεως τουρισμό και στις υπηρεσίες μεταφορών. Το ελληνικό κεφάλαιο καλείτε να έχει έναν πιο υποβαθμισμένο ρόλο στο διεθνή καταμερισμό. Οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες και η επέκταση τους στα Βαλκάνια και την ανατολική Μεσόγειο κατά την προηγούμενη περίοδο θα συρρικνωθούν καθώς οι θέσεις αυτές εποφθαλμιούνται από ισχυρότερους παίκτες.
Στο νέο αυτό μοντέλο θα υπάρξουν ισχυρότατες ανατροπές στην δομή της ελληνικής κοινωνίας και την ταξική διαστρωμάτωση. Σαν αποτέλεσμα της ιδιαίτερης ιστορικής διαδρομής της Ελλάδας αλλά και της θέσης του ελληνικού κεφαλαίου και της ελληνικής οικονομίας στον παγκόσμιο καταμερισμό στην Ελλάδα οι αυτοαπασχολούμενη κατέχουν ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών. Μόνο η Τουρκία την ξεπερνά όπως βλέπουμε και στο επόμενο διάγραμμα.  
Διάγραμμα 7
Στο επόμενο διάγραμμα βλέπουμε το ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων σε μια σειρά χωρών και ομάδων χωρών από το 1966 ως το 2010 ανά δεκαετία.
Διάγραμμα 8
Εκτός του ότι διαπιστώνουμε πως στην Ελλάδα τα μικροαστικά στρώματα κατείχαν ένα πολύ μεγάλο ποσοστό στο σύνολο των εργαζόμενων, το μεγαλύτερο μεταξύ των αναπτυγμένων χωρών, διαπιστώνουμε επίσης τη μείωση του ποσοστού αυτού με το πέρασμα του χρόνου. Ένα μεγάλο ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων είναι οι αγρότες το ποσοστό των οποίων μειωνόταν ραγδαία. Αν εξαιρέσουμε επομένως τους αγρότες το ποσοστό των υπόλοιπων αυτοαπασχολούμενων από το 1966 ως το 2010 φαίνεται στο επόμενο διάγραμμα για μια σειρά χωρών.
Διάγραμμα 9
Στους εκτός αγροτών αυτοαπασχολούμενους δεν παρατηρούμε μόνο πως στην Ελλάδα υπήρχε το μεγαλύτερο ποσοστό πως και πως αυξανόταν με το πέρασμα του χρόνου. Αυτό ερμηνεύεται, σε ένα σημαντικό βαθμό, από το ότι η καταστροφή των μικρομεσαίων αγροτών σε συνδυασμό με την μείωση των δυνατοτήτων εργασίας στους άλλους παραγωγικούς ή λοιπούς τομείς κατέφευγαν εξ ανάγκης στην αυτοαπασχόληση. Το συνολικό ποσό που κατευθύνεται στα στρώματα αυτά αλλά και τα κέρδη τους δεν αφήνουν καθόλου αδιάφορο το κεφάλαιο. η κατάσταση αυτή δεν μπορούσε επομένως να συνεχιστεί.
Στο λιανικό εμπόριο, στις ιατρικές και νομικές υπηρεσίες στις τεχνικές υπηρεσίες και τις κατασκευές μεγάλες κεφαλαιοκρατικές εταιρείες πρέπει αναπτυχθούν έτσι ώστε να επεκταθούν οι καπιταλιστικές σχέσεις σε όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας. Η μελέτη της McKinsey επομένως παρεμβαίνει ισχυρά σε αυτό τον τομέα. Έτσι μέσω του επόμενου διαγράμματος αποτυπώνει την κατάσταση των επιχειρήσεων στην Ελλάδα σε σύγκριση μάλιστα με άλλες ευρωπαϊκές χώρες (δες τα επόμενα 2 διαγράμματα). Το διάγραμμα αμέσως διαπιστώνει μικρή παραγωγικότητα και τα αίτιά της: το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων.  
Διάγραμμα 10  
 
Διάγραμμα 11
Η λύση που προτείνει η μελέτη είναι η πεπατημένη. Η πεπατημένη δεν είναι κάτι άλλο πέρα από την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του μεγάλου κεφαλαίου. Το μεγάλο κεφάλαιο. Η ανάπτυξη μεγάλων μονάδων σε όλους τους τομείς της οικονομίας και η άρση των απαγορεύσεων πώλησης διαφόρων ειδικών αγαθών του λιανικού εμπορίου στα σούπερ μάρκετ. Και όχι μόνο αυτό. Οι κάθε είδους περιορισμοί, χωροταξίας, αρχαιολογικοί, περιβαλλοντικοί κ.λπ. πρέπει να αρθούν έτσι ώστε το κεφάλαιο να μπορεί να εκμεταλλεύεται κάθε χώρο και κάθε πόρο χωρίς κανένα περιοριςμό. Όπως διατυπώνεται στην πρόταση της McKinsey:  
Για να αντιμετωπιστούν αυτά τα προβλήματα η μελέτη επισημαίνει 10 προτεραιότητες ομαδοποιημένες σε δύο κατηγορίες στρατηγικών ενεργειών (Σχήμα 42).
Ενίσχυση του ανταγωνισμού, των επενδύσεων και της συμμόρφωσης.
Αυτό προϋποθέτει τον χαρακτηρισμό των αστικών και μη περιοχών για εμπορική χρήση ώστε να διευκολυνθούν οι επενδύσεις, την κατάργηση της απαγόρευσης πώλησης ορισμένων προϊόντων από γενικά καταστήματα λιανικής με παράλληλη τήρηση των κανόνων ασφάλειας και υγιεινής (μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, τροφές για μωρά κλπ.), καθώς και την ενίσχυση της διαφάνειας στις τιμές (π.χ. με την καλύτερη ενημέρωση των καταναλωτών μέσω του Παρατηρητηρίου Τιμών και τη δημιουργία συγκριτικών βάσεων δεδομένων όπως το Stiftung Warentest στη Γερμανία). Η αναβάθμιση της Επιτροπής Ανταγωνισμού και η αυστηρή εφαρμογή της απαγόρευσης του παράνομου πλανόδιου εμπορίου και των «ανεπίσημων» συναλλαγών θα βοηθούσαν επίσης στη βελτίωση του ανταγωνισμού και στην ανταγωνιστική συμμόρφωση.
ƒ
Αύξηση της παραγωγικότητας στο λιανεμπόριο και στο χονδρεμπόριο.
Αυτό πρέπει να επιδιωχθεί με τη δημιουργία μεγαλύτερων μονάδων μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων κυρίως στο επίπεδο μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με παράλληλη προσπάθεια της αύξησης των επενδύσεων σε πληροφορικά συστήματα, στη βελτίωση της αλυσίδας αξίας και της επέκτασης της χρήσης του διαδικτύου. Είναι επίσης σημαντικό να μειωθούν οι στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας (π.χ., κινητικότητα μεταξύ κλάδων, ημερήσιες βάρδιες), να επιταχυνθεί η απελευθέρωση της αγοράς των φορτηγών δημόσιας χρήσης και να περιοριστούν οι κανονιστικές απαιτήσεις για την παροχή στοιχείων περιορισμένης χρησιμότητας στο κράτος  
 
Είναι μάλλον αρκετά φανερό πως το νέο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας δεν χωρά παρά ένα πολύ μικρότερο ποσοστό αυταπασχολούμενων και ιδιαίτερα στους τομείς του λιανικού εμπορίου και των υπηρεσιών. Η καταστροφή των μικροαστικών στρωμάτων, μέσω του συνόλου των πολιτικών που ασκήθηκαν από το 2010 και μετά, ήταν συνειδητή και ενταγμένη στο γενικότερο στόχο του κεφαλαίου για την αναδιάρθρωση της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας προς όφελός του. Τα στρώματα αυτά πρέπει να απαλλαγούν από τις αυταπάτες τους πως «μπόρα είναι, θα περάσει». Το τοπίο που διαμορφώνεται δεν τους χωρά πλέον. Οι μεταβολές στην οικονομία επιβάλουν την αύξηση των μισθωτών, και μάλιστα των χαμηλά αμειβόμενων και υποαπασχολούμενων. Η καταστροφή των στρωμάτων αυτών οδηγεί σε μη αντιστρέψιμες καταστάσεις.  
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Για να μπορέσουμε να οδηγηθούμε σε σχετικά ασφαλή συμπεράσματα πρέπει να συνεκτιμήσουμε τη συνδυασμένη δράση αρκετών παραγόντων. Συγκεκριμένα:
Τις μεγάλες μεταβολές που συντελέστηκαν από τη δεκαετία του 1970 και μετά στις οικονομίες των αναπτυγμένων χωρών με τη δραματική μείωση του ειδικού βάρους της παραγωγής και την αύξηση του βάρους των υπηρεσιών και ιδιαίτερα των χρηματοπιστωτικών.Διάγραμμα 12
                            Διάγραμμα 13  
                            Διάγραμμα 14
                            Η διαδικασία αυτή θα συνεχιστεί για τον απλό λόγο: το κεφάλαιο δεν έχει άλλη επιλογή.
                            Η επιλογή επομένως από τους εργαζόμενους, τους άνεργους, τους συνταξιούχους και τους μικροεπαγγελματίες της στήριξης των πολιτικών των εγχωρίων και διεθνών εκπροσώπων του κεφαλαίου συνεπάγεται:
                            1. Συνεχώς μικρό ποσοστό του κοινωνικά παραγόμενου πλούτου στην εργασία με χαμηλούς μισθούς ώστε να εξασφαλίζεται η εξωστρέφεια και η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
                            2. Πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας και υποαπασχόλησης καθώς οι τομείς τις οικονομίας που θα αναπτύσσονται θα προσφέρουν θέσεις εργασίας χαμηλής αμοιβής και περιορισμένου χρόνου.
                            3. Δραστική μείωση των δαπανών του δημοσίου κάτι που συνεπάγεται.
                            Α) Μείωση του κοινωνικού κράτους, με την ακόμη μεγαλύτερη μείωση των κοινωνικών παροχών και την μείωση των παροχών υγείας στα στοιχειώδη.
                            Β) Μεγάλη μείωση των συντάξεων καθώς το δημόσιο θα σταματήσει την επιχορήγηση των ασφαλιστικών ταμείων ή θα την μειώσει σημαντικά.
                            Γ) Μείωση έως εξαφανίσεως των δημοσίων επενδύσεων καθώς το κράτος θα περιοριστεί στο να εξασφαλίζει κυρίως μόνο τις αναγκαίες για το κεφάλαιο υπηρεσίες.
                            1. Αύξηση των δημοσίων εσόδων με την αύξηση συνολικά της φορολόγησης των χαμηλότερων εισοδηματικών κλιμακίων τόσο άμεσα όσο και έμμεσα.
                            2. Η κατάρρευση των εισοδημάτων και της ελληνικής οικονομίας από το 2010 και μετά καθώς και η ανεξέλεγκτη πιστωτική επέκταση της περιόδου 2000-2009 έχουν δημιουργήσει έναν τεράστιο αριθμό υπερχρεωμένων νοικοκυριών και μικρών επιχειρήσεων που αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους. Τα περιουσιακά στοιχεία όλων αυτών θα κατασχεθούν με στόχο αφενός μεν να περάσουν τα περιουσιακά αυτά στοιχεία στο μεγάλο κεφάλαιο και από την άλλη να αυξηθούν τα δημόσια έσοδα.
                            3. Η αύξηση τν δημοσίων εσόδων και η μείωση των δαπανών του δημοσίου έχουν πολύ συγκεκριμένη στόχευση. Τη δημιουργία εκείνων των δημοσιονομικών πλεονασμάτων, της τάξης του 2 ή 3% του ΑΕΠ ετησίως ώστε να αποπληρώνονται οι τόκοι στους δανειστές.
                            4. Το χρέος θα αναδιαρθρωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να αποπληρωθεί απολύτως και με τα κέρδη που θέλουν οι δανειστές. Το χρέος θα απλωθεί σε βάθος χρόνου καθώς η ελληνική οικονομία θα βρίσκεται μονίμως σε κατάσταση αδυναμίας ουσιαστικής ανάπτυξης. Τα μόνα που θα αυξάνονται θα είναι τα κέρδη του κεφαλαίου. Για απροσδιόριστο, ή και μόνιμα, οι εργαζόμενοι θα παράγουν πλούτο που θα κατευθύνεται στους δανειστές και στο μεγάλο διεθνές κεφάλαιο. Η Ελλάδα θα αποτελέσει το πρώτο κράτος που θα έχει απεμπολήσει την κυριαρχία του και θα την έχει εκχωρήσει στους διεθνείς εκπροσώπους του κεφαλαίου. Θα είναι το πρώτο κράτος στο οποίο την εξουσία θα έχουν θεσμικά οι αγορές.
                            5. Το σύνολο των πολιτικών και οικονομικών παρεμβάσεων είναι απολύτως συνειδητές κι έχουν σαν στόχο το βίαιο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Το ελληνικό κεφάλαιο θα έχει μια σημαντικά υποβαθμισμένη θέση στο νέο διεθνή καταμερισμό που έχει σχεδιαστεί από το κυρίαρχο γερμανικό κεφάλαιο κυρίως αλλά όχι μόνο. Το μεγάλο στρώμα των μικροαστών στην Ελλάδα θα καταστραφεί και τόσο το κεφάλαιό του όσο και τα κέρδη του θα περάσουν στο μεγάλο κεφάλαιο. το μεγαλύτερο ποσοστό των μικροαστικών στρωμάτων θα περάσει στη μισθωτή εργασία ή την ανεργία και την εξαθλίωση.
                            6. Η Ελλάδα θα είναι το πρώτο κράτος που θα βρίσκεται υπό την κυριαρχία των εκπροσώπων του διεθνούς κεφαλαίου. Η ελληνική οικονομία θα έχει πολύ περιορισμένους τομείς δράσης και θα είναι ο διεθνής διασκεδαστής και υπηρέτης. Οι Έλληνες εργαζόμενοι στα πλαίσια αυτά δεν χρειάζονται υψηλή παιδεία παρά μόνο κατάρτιση και επιδεξιότητες ώστε να εκτελούν καλά τη δουλεία τους. Τη δουλειά του κακοπληρωμένου και μοιρολάτρη υπηρέτη.
                            Δευτέρα 11 Ιουλίου 2016

                            Δεν υπάρχουν σχόλια:

                            Δημοσίευση σχολίου