Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 2012

Αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα: προσωπική μαρτυρία



                                                             Του Ολύμπιου Δαφέρμου

Είναι η πρώτη φορά που καλούμαι να μιλήσω προσωπικά. Αισθάνομαι άβολα και δεν είμαι καθόλου βέβαιος ότι όσα θα πω θα έχουν ενδιαφέρον.
Θα επικεντρωθώ κυρίως στο ξεκίνημα του αφκ, για δύο λόγους: αφενός θεωρώ το γεγονός σημαντικό και αφετέρου γιατί  συνήθως ασχολούμαστε μόνο με το Πολυτεχνείο, αγνοώντας ότι το τελευταίο ήταν η κορύφωση και ταυτόχρονα η λήξη του αφκ, το οποίο είχε αρχίσει  22 μήνες πριν, τον Ιανουάριο 1972.
Στην προσπάθεια μου να δράσω εναντίον της δικτατορίας, πριν το ξεκίνημα του αφκ, είχα έρθει σε επαφή με αντιστασιακές οργανώσεις. Πρώτα με μία τροτσκιστική, που η μόνη δραστηριότητα της ήταν το διάβασμα των βιβλίων του Τρότσκι. Η δεύτερη ήταν μια αριστερίστικη υπερσυνωνοτική  οργάνωση- δεν έμαθα ποτέ το όνομα της-, στην οποία υφίσταμαι παρατεταμένη κατήχηση για το πόσο συνωμότες πρέπει να είμαστε για να μην πιαστούμε, αν και δεν είχαμε καμιά δράση. Ούτε με την πρώτη ούτε με τη δεύτερη ‘έδεσα’. Η τρίτη ήταν ο «Ρήγας Φεραίος». Πρόλαβα και πήρα μόνο μία εφημερίδα γιατί συνελήφθη ο σύνδεσμός μου.
Κατόπιν με ένα φίλο και συμφοιτητή οργανώσαμε μια πολιτική παρέα, όπου η μόνη της δραστηριότητα ήταν το διάβασμα μαρξιστικών βιβλίων, η συζήτηση και η ανάλυσή τους. Και περιμέναμε. Περιμέναμε ότι κάτι θα ξεκινήσει. Ήμασταν βέβαιοι για τα επερχόμενα αντιστασιακά συμβάντα. Αν μας ρώταγε κανείς τι περιμέναμε, δεν θα είχαμε τι να του απαντήσουμε.   
                      

Πριν το ξεκίνημα του αφκ ο φοιτητικός χώρος ήταν πλήρως διασπασμένος. Καμιά συλλογική εκδήλωση. Ανεξάρτητες παρέες υπήρχαν, με διάφορα ενδιαφέροντα. Σχέσεις  μεταξύ των παρεών ελάχιστες. Κάνείς δεν γνώριζε τι ρόλο παίζει ο άλλος.
Και βέβαια καμιά συνδικαλιστική δράση ή πολιτική συζήτηση.
Κάποιο απόγευμα, κατά τη διάρκεια του μαθήματος των στοιχείων μηχανών, όπου εργαζόμασταν μόνοι μας με τη βοήθεια των επιμελητών, φοιτητές, διορισμένοι  στα διοικητικά συμβούλια των φοιτητικών συλλόγων, μπαίνουν στην αίθουσα για ανακοινώσεις. Ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο.- Δεν έμαθα αν αυτό συνέβη και σε κάποια άλλη σχολή του Πολυτεχνείου ή επιλέχτηκε μόνο η σχολή των Μηχανολόγων - Ηλεκτρολόγων επειδή προσέλκυε τους πιο διαβαστερούς  φοιτητές άρα, σύμφωνα με τη λογική του καθεστώτος, τους πιο «ακίνδυνους». Έγινε αντιπαράθεση μαζί τους. Κάποιοι γνωριστήκαμε και δημιουργήθηκε αμέσως ο αντιστασιακός πυρήνας της σχολής.     
Αμέσως μετά, η διορισμένη από το καθεστώς Διοικούσα Επιτροπή Συλλόγων ΕΜΠ οργανώνει, για πρώτη φορά, φοιτητική συγκέντρωση στο αμφιθέατρο Γκίνη, τον Ιανουάριο 1972. Ο πυρήνας που μόλις είχε σχηματιστεί δραστηριοποιείται. Δεν είχαμε ιδέα από φοιτητικό συνδικαλισμό. Δεν ξέραμε τι διαφέρει η συγκέντρωση από τη συνέλευση, δεν ξέραμε πώς λειτουργεί η συνέλευση. Τι είναι σύλλογος.  Ψάξαμε και βρήκαμε προδικτατορικούς φοιτητές με συνδικαλιστική δράση. Μας ενημέρωσαν, μας παρέπεμψαν στον αστικό κώδικα και μας έδωσαν καταστατικά των παλαιών φοιτητικών συλλόγων. Διαβάζαμε, ρωτάγαμε και συζητούσαμε. Αποφασίσαμε να διαλύσουμε τη συγκέντρωση αφού δεν θα μπορούσαμε να την ελέγξουμε. Μας έλειπαν γνώσεις, θέσεις και εμπειρία. Επίσης δεν μπορούσαμε να εκτιμήσουμε τι απήχηση θα είχε η πρωτοβουλία μας. Μοιράσαμε ρόλους και περιμέναμε.
Στη συγκέντρωση τρέμαμε. Ήταν όμως ωραία τρεμούλα. Τη συγκέντρωση αυτή τη θυμάμαι περισσότερο από όλες τις μετέπειτα δράσεις μας. Η αντιπαράθεση με τους διορισμένους έγινε σε χαμηλούς τόνους. Ζητήσαμε συνέλευση για να πάρουμε αποφάσεις, αμφισβητώντας τη σημασία της συγκέντρωσης. Έγινε κόντρα και η   συγκέντρωση διαλύθηκε. Έμειναν μόνοι τους οι διορισμένοι στο αμφιθέατρο.
Άρχισαν οι κλήσεις στην ασφάλεια, στην οποία οι φοιτητές δοκίμασαν τόσο τις απειλές όσο και τους άγριους ξυλοδαρμούς των ασφαλιτών. Εκεί προβάλαμε το άλλοθι των φοιτητικών προβλημάτων. Όμως θέλαμε και ξέραμε από την αρχή ότι η δράση μας στρεφόταν εναντίον της δικτατορίας. Δεν μας απασχόλησε λύση των όποιων προβλημάτων μας. Απλώς τα χρησιμοποιούσαμε κατά τη διάρκεια των κινητοποιήσεων μας. Επιβεβαιωτικό του ισχυρισμού αυτού είναι και το γεγονός ότι το αφκ δεν ζήτησε ποτέ διάλογο με το καθεστώς για οποιοδήποτε λόγο. Το αφκ από το ξεκίνημα του στράφηκε εναντίον του καθεστώτος.
Μετά τη συγκέντρωση αυτή άρχισε να υπάρχει μια σχετική κινητικότητα στο φοιτητικό χώρο, η οποία αυξάνεται με τη διαδικασία συλλογής υπογραφών για την προσφυγή στα δικαστήρια με το αίτημα του διορισμού νέων διοικητικών συμβουλίων στους φοιτητικούς συλλόγους και τη διενέργεια εκλογών. Η σχετική νομοθεσία είχε τεθεί σε ισχύ.
Θεωρώ ότι η πρωτοβουλία των φοιτητών της νομικής για προσφυγή στα  δικαστήρια , που την ακολουθήσαμε και εμείς και άλλες σχολές, ήταν σοφή. Από την πλήρη ακινησία δεν δημιουργείται κίνημα χωρίς καν να γνωρίζονται μεταξύ τους οι φοιτητές. Η διαδικασία συλλογής υπογραφών –διαδικασία χαμηλού κινδύνου–επέτρεψε τη συγκρότηση του φοιτητικού χώρου. Γνωριστήκαμε, αποκτήσαμε συνοχή και αρχίσαμε να απομονώνουμε δυναμικά τους διορισμένους. Οι τελευταίοι δεν μπορούσαν πια να σταθούν στο προαύλιο. Με κάθε αφορμή που δινόταν οργανώναμε κινητοποιήσεις.
Όσοι φοιτητές έβγαιναν μπροστά τους καλούσαμε στους πυρήνες χωρίς άλλες διατυπώσεις. Αρκούσε ότι δημόσια τόλμησαν  να εκφράσουν τη δημοκρατική τους άποψη. Δεν λαθέψαμε ούτε μια φορά. Οι  πυρήνες λειτουργούσαν περισσότερο σαν φιλικές παρέες . Οι ζεστασιά στις σχέσεις, η αλληλοαποδοχή, ο αλληλοσεβασμός, ακόμη και όταν διαφωνούσαμε, καθόριζε το κλίμα των συζητήσεων, πριν καλά- καλά γνωριστούμε μεταξύ μας. Ήταν μια όαση μέσα στη μουντή έρημο της χούντας.   
Με εκλογές στους πυρήνες οργανώθηκε το Διαπολυτεχνειακό όργανο και αργότερα, με εκλογές επίσης, το Διασχολικό. Αυτά τα όργανα ήταν συντονιστικά και ανταλλαγής πληροφοριών και απόψεων και όχι καθοδηγητικά-ηγετικά.
Ταυτόχρονα με την παράνομη οργάνωση του κινήματος λειτουργούν οι συνελεύσεις και οι συγκεντρώσεις όπου εκλέγονται επιτροπές, τα ονόματα των οποίων δίδονται στη δημοσιότητα. Επιτροπές και πυρήνες συνεργάζονται αρμονικά και στην πλειονότητα τους αποτελούνται από τους ίδιους φοιτητές.
Ο τρόπος λειτουργίας, δράσης και οργάνωσης του αφκ δεν μοιάζει καθόλου με εκείνο των αντιστασιακών οργανώσεων. Πυρήνες, εκλεγμένες επιτροπές, «πηγαδάκια», μικροδιαδηλώσεις, συγκεντρώσεις, δημοσιεύματα στα ΝΕΑ, ανακοινώσεις, κάτω από τα απειλητικά βλέμματα των ασφαλιτών, συνιστούν ένα πλέγμα δυναμικό, ζωντανό, ευέλικτο και τελικά επικίνδυνο για το καθεστώς, αφού, εκτός των άλλων, οι κατασταλτικοί του μηχανισμοί δεν διαθέτουν παρόμοια εμπειρία από τη δράση τους εναντίον του αριστερού κινήματος. Οι ασφαλίτες ψάχνουν για υποκινητές και παράνομες  κομμουνιστικές οργανώσεις.  Υποβαθμίζοντας το αυτόνομο κίνημα εκ των πραγμάτων  του δίνουν χρόνο για να αναπτυχθεί.
Μετά τις προσφυγές το αφκ άρχισε να εξελίσσεται γρήγορα. Τα πράγματα έμοιαζαν σαν έτοιμα από καιρό.
Το Φθινόπωρο 1972 διενεργούνται φοιτητικές εκλογές κάτω από άγρια τρομοκρατία και απροκάλυπτη νοθεία των μηχανισμών καταστολής του καθεστώτος. Το αφκ δίνει συντεταγμένο και θαρραλέο αγώνα για να επιβάλλει ελεύθερες εκλογές. Δεν τα καταφέρνει, εκτός από δύο σχολές. Η αντιπαράθεση όμως αυτή δείχνει ότι στους πανεπιστημιακούς χώρους το κίνημα είναι παντοδύναμο, δίχως αντιπάλους εκτός των ασφαλιτών που σουλατσάρουν σε όλους τους χώρους απειλώντας και συλλαμβάνοντας τους αντιστασιακούς φοιτητές.  
Έξαρση του κινήματος στο Πολυτεχνείο τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο 1973.
Εισβολή της αστυνομίας. Άγριοι ξυλοδαρμοί ακόμη και μέσα στην αίθουσα της συγκλήτου. Κλείσιμο του Πολυτεχνείου. Παραίτηση τη συγκλήτου.
 Η κοινή γνώμη στρέφει το βλέμμα της στο αφκ. Το καθεστώς ανήμπορο να καταστείλει το κίνημα  διακόπτει την αναβολή στράτευσης δεκάδων φοιτητών και τους στέλνει στα στρατόπεδα. Έτσι νομίζει ότι θα καταστείλει το κίνημα. Αντίθετα προκαλεί την κατάληψη της Νομικής  Η δεύτερη σημαντικότερη κινητοποίηση του αφκ, στην οποία για πρώτη φορά το κίνημα έχει την ενεργή συμπαράσταση και μη φοιτητικού πληθυσμού.
Στο στρατό ο αγώνας δίνεται ώστε να μη φωνάξουμε συνθήματα υπέρ του καθεστώτος. Νομίζω τα καταφέραμε. Βρισκόμαστε υπό συνεχή παρακολούθηση. Όσοι ήταν οργανωμένοι πέρασαν από τα κολαστήρια της ΕΣΑ .
Καμιά σημασία δεν δώσαμε στην εκπαίδευση των όπλων, αν και οι περισσότεροι πιστεύαμε ότι ο εμφύλιος πόλεμος είναι αναπόφευκτος, προκειμένου να περάσουμε στο σοσιαλισμό.
Αντιφατικό επίσης φαίνεται ή είναι και το γεγονός ότι, ενώ πιστεύαμε στην αναγκαιότητα του εμφυλίου, οργανώναμε ένα απολύτως ειρηνικό κίνημα και όχι παράνομες οργανώσεις δυναμικής δράσης, απέναντι σε  μια βίαιη και παράνομη στρατιωτική δικτατορία, η οποία βασάνιζε, φυλάκιζε και τρομοκρατούσε κάθε άνθρωπο που τολμούσε να πει τη διαφορετική του άποψη. Ερώτημα προς ερμηνεία.
Εξέγερση Πολυτεχνείου. Μόλις την προηγούμενη μέρα είχα φτάσει στην Αθήνα μετά την επαναχορήγηση αναβολής στράτευσης στους στρατευμένους φοιτητές από την δοτή κυβέρνηση Μαρκεζίνη.  
Η παρουσία των στρατευμένων φοιτητών στο Πολυτεχνείο, κουρεμένοι και κάποιοι με στρατιωτικά ακόμη, ανυψώνει το ηθικό των συγκεντρωμένων. Θεωρήθηκε ως νίκη του κινήματος, μιας και ήταν πάγιο αίτημα του    η επιστροφή τους.
Βρίσκομαι μπροστά σε ένα κίνημα που ξεπερνά και τους ίδιους τους φοιτητές που το προκάλεσαν. Πολύ περισσότερο εμένα που για εννέα μήνες βρισκόμουν στο στρατό.
Λίγο – πολύ κοιτάζω τα πράγματα σα χαμένος. Όντας ανένταχτος στερούμουν και γραμμής…
Έξαρση της καλής πλευράς των ανθρώπων. Της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης, του αλληλοσεβασμού. Το άδολο ενδιαφέρον όλων για όλους.
Δεν αντέχω τις συνεδριάσεις της συντονιστικής επιτροπής. Δεν αντέχω τις στείρες  κομματικές αντιπαραθέσεις, όταν οι συγκεντρωμένοι δημιουργούν μια κατάσταση που ξεπερνά και δυναμιτίζει όλες τις γραμμές και τις αναλύσεις των οργανωμένων δυνάμεων. Με την άδεια της συντονιστικής αναλαμβάνω να βοηθήσω τη διεξαγωγή της συνέλευσης των μαθητών. Βρίσκομαι στην εξής κατάσταση: οι μαθητές κάθονται ήσυχα και από το βήμα παρελαύνουν οι εκπρόσωποι των μικρών αριστερών οργανώσεων που προσπαθούν να μεταλαμπαδεύσουν  στους μαθητές το άπλετο φως της οργάνωσής τους…
Ευτυχώς δίχως αντιρρήσεις αποχωρούν και αφήνουν μόνους τους τους μαθητές να συζητήσουν και να εκλέξουν την επιτροπή τους.
Η αυθόρμητη εξέγερση οδηγήθηκε αυθόρμητα σε μετωπική σύγκρουση με το αρματοφόρο καθεστώς. Το σύνθημα «ή τώρα ή ποτέ», που εξέφραζε με τον πλέον δραματικό τρόπο πως «μόνο εμείς υπάρχουμε», βρήκε την αιματηρή πραγμάτωση του.
Οι οργανωμένες δυνάμεις όχι μόνο δεν μπόρεσαν να επηρεάσουν την εξέλιξη της εξέγερσης αλλά αντίθετα, κατά τη διάρκεια του τριημέρου, διαλύθηκαν με την ουσιαστική έννοια του όρου. Οι ‘γραμμές’ δεν τηρήθηκαν. Οι καθοδηγητές απέτυχαν. Τα μέλη αυτονομήθηκαν.
Τα αριστερά ηγετικά σχήματα δεν θέλησαν ή δεν μπόρεσαν κατά τη διάρκεια του αφκ να προσαρμόσουν τη θεωρία τους στην πραγματικότητα. Αντίθετα… Επόμενο ήταν λοιπόν και στο Πολυτεχνείο να βρεθούν εκτός πραγματικότητας.
                          

Στο κίνημα κυριάρχησε η διαίσθηση. Κανείς δεν ανέλυσε, σχεδίασε, οργάνωσε και προγραμμάτισε τη φυσιογνωμία και τη δράση του κινήματος. Αρκετές φορές παίρναμε αποφάσεις πάνω στη βράση των γεγονότων και μετά ψάχναμε τα επιχειρήματα για να τις υποστηρίξουμε, αν χρειαζόταν. Σπάνια κάναμε λάθος.
Αυτό το αυτόνομο κίνημα που δεν είχε καθοδηγητές και οπαδούς, αλλά μόνο συμμετέχοντες, είχε πάθος, ένταση, ενέργεια, συγκινήσεις, χαρά, ανιδιοτέλεια, αξιοπρέπεια, συντροφικότητα και φιλία. Η αίσθηση ότι συμμετείχες στη δημιουργία ιστορικών γεγονότων σου έδινε μια πληρότητα που άγγιζε τα όρια της ευτυχίας.
Ήταν η ψυχή μας γεμάτη. Η βίωση αυτής της εμπειρίας σε πήγαινε μακριά. Στη κατεύθυνση της ανίχνευσης ενός νοήματος καθολικής απελευθέρωσης.
Προσωπικά είχα αφεθεί πλήρως στη γοητεία αυτού του κινήματος με αποτέλεσμα να σμικρυνθούν στο ελάχιστο όλες μου οι άλλες ανθρώπινες διαστάσεις.

Γιατί και πώς έγραψα για το αφκ 
Βρίσκομαι στο Ρέθυμνο όταν το ΠΑΣΟΚ αναλαμβάνει για πρώτη φορά τη διακυβέρνηση της χώρας (1981).
Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο, κρατικά τότε, πρώτη φορά ασχολούνται με το Πολυτεχνείο. Όσα ακούω και βλέπω με αφήνουν άφωνο. Κόμματα ασελγούν πάνω στο μύθο του Πολυτεχνείου, αλλά και κάποιοι από τους δημιουργούς του. Τότε πρωτοσκέφτομαι  να γράψω. Οι απόψεις μου, που βασίζονται στα βιώματα μου, ριζικά διαφέρουν με όσα ακούω. Θέλω να γράψω ένα μικρό βιβλίο- απάντηση και, όσο μπορώ, να αποκαταστήσω την αλήθεια.
Μια συνάδελφος στο σχολείο με πιέζει να το κάνω διδακτορική διατριβή. Εγώ ούτε που το σκέφτομαι. Μηχανολόγος γαρ.
Σε ένα ταξίδι μου στην Αθήνα μου τηλεφωνεί η συνάδελφος και μου λέει ότι με περιμένει ο καθηγητής Γιαννουλόπουλος και να πάω να τον συναντήσω για να μην την εκθέσω. Αναγκάζομαι να τον συναντήσω,  βέβαιος ότι θα είναι η πρώτη και τελευταία φορά. Λόγω όμως της ευγένειας του Γιάννη, ο οποίος συμφώνησε με τον τρόπο που προσέγγιζα το ζήτημα, αποφάσισα να προχωρήσω στην εκπόνηση της διατριβής. Η συγγραφή πήρε πολύ διαφορετική τροπή. Όσα είχαν γραφεί σβήστηκαν.
Η όλη διαδικασία αποδείχτηκε σπαρακτική. Ξαναζούσα τα γεγονότα και, επειδή ήμουν από αυτούς που δεν δικαιώθηκαν, ούτε πολιτικά, ούτε και κομματικά στη μεταπολίτευση, βυθιζόμουνα στη μελαγχολία. Η αποστασιοποίηση ήταν δύσκολη και βασανιστική προσπάθεια. Αλλά πώς αλλιώς να τα αναλύσεις; Κάποιες φορές  περνούσαν βδομάδες για να «δω» πίσω από τα γεγονότα. Άλλαξα απόψεις μελετώντας πηγές και κείμενα- τότε κατάλαβα ότι το να ζεις μια πραγματικότητα δε σημαίνει ότι τη γνωρίζεις και την κατανοείς. Μέσα από τη συστηματική μελέτη είδα πράγματα που όχι μόνο δεν τα είχα δει καθώς τα ζούσα, αλλά ούτε καν  τα είχα φανταστεί.
Άλλαξε ο τρόπος σκέψης μου, από τότε και μετά,  όταν προσπαθώ να κατανοήσω τα κοινωνικά φαινόμενά.
Ήταν μια επώδυνη και ταυτόχρονα γοητευτική μαθησιακή περιπέτεια.
Απρίλιος 2012    
                       

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Η φυσιογνωμία του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος και η συμβολή του στην κατάρρευση της στρατιωτικής δικτατορίας

                                                                                                                
 του Ολύμπιου Δαφέρμου
Το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967 δεν το προέβλεψε καμιά πολιτική δύναμη και πολύ περισσότερο  δεν αντιστάθηκε στην επιβολή του. Οι συνταγματάρχες επιβλήθηκαν δίχως καμιά αντίδραση. Επομένως, μετά την φθορά των αστικών πολιτικών δυνάμεων που προκάλεσε το βασιλικό πραξικόπημα του 1965, το στρατιωτικό πραξικόπημα, εκ των πραγμάτων, συνιστά την ολοκληρωτική ήττα όλων των πολιτικών δυνάμεων, μη εξαιρουμένης της αριστεράς και του λαϊκού κινήματος κατ΄ επέκταση.
Η ήττα αυτή και ο ολικός αιφνιδιασμός των πολιτικών δυνάμεων θα καθορίσει, σε μεγάλο βαθμό, τις μετέπειτα προσπάθειες τους για τη συγκρότηση αντίστασης ή αντιπολίτευσης απέναντι στο καθεστώς.
Το πλήγμα ήταν μεγαλύτερο για την αριστερά, η οποία δεν αντιλήφθηκε ούτε την τελευταία στιγμή την πολιτική πραγματικότητα, με αποτέλεσμα πλήθος στελεχών και μελών της να βρεθούν στις φυλακές και στην εξορία. Η επακολουθήσασα διάσπασή της, ως λογική συνέπεια και της ήττας της, δυσχέρανε ακόμα περισσότερο την πολιτική της ανασυγκρότησης και την οργάνωση αριστερής αντίστασης.
Αμέσως μετά την επιβολή της δικτατορίας συγκροτήθηκαν αντιστασιακές οργανώσεις από όλο το πολιτικό φάσμα, με σύμβολα, προγράμματα, τακτικούς και στρατηγικούς στόχους. Καμιά όμως δεν μπόρεσε να ξεπεράσει το επίπεδο της διαμαρτυρίας ξεσηκώνοντας μέρος των πολιτικοποιημένων πολιτών ή απειλώντας με δυναμικές ενέργειες το καθεστώς. Η μόνη δυναμική ενέργεια ήταν η απόπειρα δολοφονίας του Παπαδόπουλου από τον Αλέκο Παναγούλη.
Οι πολιτικοποιημένοι πολίτες και τα λαϊκά στρώματα υιοθετούν μια επιφυλακτική στάση απέναντι στις προτάσεις τόσο των παλαιών πολιτικών, όσο και των αντιστασιακών οργανώσεων ενώ, όπως διαπιστώνεται από τη συμμετοχή τους στις μεγάλες αντιστασιακές συγκεντρώσεις στις κηδείες των Παπανδρέου και Σεφέρη, ήταν δυνητικά κινητοποιήσιμοι.
Οι λόγοι αυτής της επιφυλακτικότητας οφείλονται κυρίως: στην έλλειψη διορατικότητας των πολιτικών, που δεν είχαν προβλέψει τη στρατιωτική επέμβαση, στον τρόπο λειτουργίας και οργάνωσης τους , στις πολιτικές τους προτάσεις και πρωτοβουλίες, οι οποίες είναι σε ευθεία προέκταση της προδικτατορικής τους δράσης, στην  ωμή τρομοκρατία που ασκεί το στρατιωτικό καθεστώς, στις συλλήψεις πλήθος ηγετικών στελεχών, στις λάθος εκτιμήσεις ότι η χούντα θα πέσει από εξωτερικές πιέσεις κ.α..
Τα προγράμματα, οι πολιτικές θέσεις και η δραστηριότητα καμιάς οργάνωσης δεν κατάφεραν να συγκινήσουν και να συνεγείρουν τμήματα πληθυσμού. Ούτε η οξεία αντιπολίτευση των Κανελλόπουλου και Μαύρου, οι οποίοι επιζητούν σε κάθε ευκαιρία την επιστροφή στο προδικτατορικό καθεστώς, είχε  μεγάλο ακροατήριο.    
Η αδυναμία των κυριότερων οργανώσεων να συμφωνήσουν σ΄ ένα ελάχιστο πρόγραμμα ή να συντονιστούν στη δράση ενσπείρει τη απογοήτευση και οδηγεί στην αδράνεια όσους πολίτες εν δυνάμει ήταν κινητοποιήσιμοι.
Η απομόνωση αυτή των αντιστασιακών οργανώσεων από το πολιτικοποιημένο τμήμα του πληθυσμού και τα λαϊκά στρώματα θα επιτρέψει την εξάρθρωσή τους, σχετικά εύκολα, από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του καθεστώτος.
Μετά την αποτυχία των αντιστασιακών οργανώσεων και τη σχετική χαλάρωση των μέτρων καταστολής, αρχίζουν μαζικές ορατές διεργασίες μέσα από τις εκδόσεις προοδευτικών βιβλίων, τις δραστηριότητες της Ελληνοευρωπαϊκής Κίνησης Νέων και της Εταιρείας Μελέτης Ελληνικών Προβλημάτων, τον προοδευτικό κινηματογράφο και θέατρο, τα απαγορευμένα τραγούδια στις ταβέρνες, τις πολιτικές παρέες κ.ά. Σημαντική ήταν και η συμβολή των απολογιών των αντιστασιακών και οι καταγγελίες των βασανιστηρίων ,κατά τη διάρκεια των δικών, στην διαδικασία πολιτικής και θα έλεγα συναισθηματικής ωρίμανση, κυρίως των φοιτητών.
Όλα τα παραπάνω συνιστούν μια μαζική θεωρητική και ιδεολογική προετοιμασία, δίχως κέντρο καθοδήγησης, για το τι πρέπει να γίνει. Εκ των πραγμάτων αυτές οι διεργασίες, με μια άλλη λογική  εκείνης των αντιστασιακών οργανώσεων, κυοφορούν το νέο που θα καλύψει το κενό αμφισβήτησης του καθεστώτος. Προετοιμάζουν την «ωρίμανση» του φοιτητικού χώρου και τη γέννηση του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος.
Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα κάνει την εμφάνισή του τον Ιανουάριο 1972. Οργανώνεται, λειτουργεί και δρα με ένα τρόπο ριζικά διαφορετικό εκείνου των αντιστασιακών οργανώσεων, έχοντας εξ αρχής αριστερό προσανατολισμό.
Το φοιτητικό κίνημα αυτοοργανώθηκε,  πριν την εμφάνιση των πολιτικών οργανώσεων στο εσωτερικό του,  λειτούργησε δημοκρατικά και ανέδειξε τη φυσική του ηγεσία. Η ιεραρχία, ο συγκεντρωτισμός και η εκ των άνω και εκ των προτέρων επεξεργασία ιδεολογικών και πολιτικών θέσεων, λείπουν παντελώς από την αυτοοργάνωσή του, η οποία εκφράζει τη συνισταμένη θέληση των ενεργοποιημένων φοιτητών. Αυτοπροσδιορίζεται στη δράση του εναντίον του καθεστώτος και δεν ετεροκαθορίζεται από πολιτικά κέντρα εκτός του χώρου του.
Το φοιτητικό κίνημα δεν κάλεσε τους πολίτες σε αντίσταση, αλλά αντιστάθηκε με έργα το ίδιο. Το αντίθετο συνέβη με τις οργανώσεις, οι οποίες αν και μίλαγαν για την ανάγκη αντίστασης του λαού, οι ίδιες δεν κατάφεραν να δώσουν το παράδειγμα σε τέτοιο βαθμό, ώστε να κερδίσουν την εμπιστοσύνη των πολιτικοποιημένων πολιτών. Οι φοιτητές δεν χρησιμοποίησαν τίτλους, προγράμματα, πολιτικές θέσεις και σύμβολα, όπως οι οργανώσεις. Δεν έδρασαν συνωμοτικά, αλλά αντίθετα είχαν την τάση, εξαρχής, να επιβάλλουν τη νομιμοποίηση της δράσης και της οργάνωσής τους. Η λήψη αποφάσεων γρήγορα περνά από τις φοιτητικές επιτροπές αγώνα στις εκλεγμένες επιτροπές, στις συγκεντρώσεις και στις συνελεύσεις. Η δράση του φοιτητικού κινήματος δεν είχε να κάνει με τη συνωμοτική αναγραφή συνθημάτων, ρίψη προκηρύξεων ή τοποθέτηση βομβών. Αντίθετα, εξαντλεί τα νόμιμα περιθώρια και χρησιμοποιεί τις διαδηλώσεις, τις αποχές και τις καταλήψεις κάτω από την επιτήρηση των κατασταλτικών μηχανισμών, με τους οποίους συχνά συγκρούεται. Η δυναμική του είναι τέτοια, που γρήγορα καταλαμβάνει αποκλειστικά το χώρο της έμπρακτης αμφισβήτησης του καθεστώτος, ενώ ταυτόχρονα, σε αντίθεση με τις παράνομες αντιστασιακές οργανώσεις, είναι ορατό και ανιδιοτελές. Τα ιδιαίτερα αυτά χαρακτηριστικά του  το έκαναν γρήγορα δημοφιλές και του εξασφάλισαν μεγάλο ακροατήριο. Στη συνέχεια πέτυχε σημαντική ενεργητική συμπαράσταση από τους πολιτικοποιημένους πολίτες.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι το α.φ.κ ήταν ένα ειρηνικό κίνημα. Δεν  χρησιμοποίησε ποτέ βία , αν και απέναντι του είχε ένα παράνομο και βίαιο καθεστώς που έσπερνε τον τρόμο με απειλές, ξυλοδαρμούς, φυλακίσεις, βασανιστήρια και δολοφονίες. Και όμως ήταν αποτελεσματικό στον αγώνα του εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος.
Ο τρόπος γέννησης και εξέλιξης του φοιτητικού κινήματος, που του επιτρέπει, πέρα από τα άλλα, να μην κληρονομήσει τα συμπλέγματα του τραυματικού παρελθόντος της αριστεράς, η έλλειψη κομματικής καθοδήγησης, οι συνθήκες δικτατορίας, η αποτυχία των αντιστασιακών οργανώσεων και η νεανική του σύνθεση, συγκροτούν ένα τέτοιο πλαίσιο προϋποθέσεων, που το οδηγεί σε μια πορεία ρήξης με το καθεστώς, σε αντίθεση με τα αριστερά κόμματα, τα οποία δεν έπαψαν να ζητούν συνεργασία με τις αστικές δυνάμεις.
Το κίνημα, η αυτοοργάνωση του, δεν έχει τη δυνατότητα να χαράξει τακτική και στρατηγική. Πορεύεται ανάλογα με την εξέλιξη των πραγμάτων, συνδημιουργός  των οποίων είναι και το ίδιο.
Η αριστερά  θέλει το φοιτητικό κίνημα ως ένα κίνημα αποκλειστικά συνδικαλιστικό, με φοιτητικά αιτήματα,  που να μην ξεφεύγει από τα πανεπιστημιακά πλαίσια.
Η εκδήλωση του φοιτητικού κινήματος σε μια κατεύθυνση εκ διαμέτρου αντίθετη εκείνης των αντιστασιακών οργανώσεων και της πολιτικής λογικής των δύο Κ.Κ. δεν αφήνει πολλά περιθώρια για την ανάπτυξη μιας οργανικής σχέσης ανάμεσα στο κίνημα και τις πολιτικές οργανώσεις της αριστεράς.
Η αριστερά ποτέ δεν αντιλήφθηκε τη δυναμική του φοιτητικού κινήματος και τα πολιτικά ζητήματα τα οποία απέρρεαν από το νέο πολιτικό σκηνικό, που διαμορφωνόταν απ΄ αυτή καθαυτή την πορεία ρήξης του με το καθεστώς. Πολύ περισσότερο δεν κατάφερε να επεξεργαστεί προτάσεις για την παραπέρα πορεία του κινήματος. Έτσι το φοιτητικό κίνημα χάραξε το δικό του δρόμο, χωρίς τη συμβολή της οργανωμένης αριστεράς.
Υποκαθιστώντας τις αντιστασιακές οργανώσεις στην αντιδικτατορική πάλη, εξέφρασε την αντίθεση της ελληνικής κοινωνίας εναντίον του στρατιωτικού καθεστώτος. Επιπλέον, εμπνεόμενο από τις παραδόσεις του αριστερού κινήματος και αποδεχόμενο την αναγκαιότητα ύπαρξης αριστερού κόμματος για την αποτελεσματικότητα του αγώνα, δε θα έρθει σε σύγκρουση με τα δύο Κ.Κ., έστω και αν δεν ακολούθησε τις πολιτικές προτροπές τους. Το κίνημα δεν ήταν ιδεολογικά αυτόνομο όπως ο γαλλικός Μάης. ήταν μόνο οργανωτικά και πολιτικά αυτόνομο.
Όμως η λειτουργία και η δράση του φοιτητικού κινήματος και των οργανώσεων ποτέ δεν έγιναν συμπληρωματικές. Ποτέ δεν αναπτύχθηκε μια οργανική σχέση μεταξύ τους, τέτοια που να αλληλοαναιρούνται οι εκατέρωθεν αδυναμίες και να επιτυγχάνεται μια νέα πολιτική σύνθεση, ικανή να απαντήσει στα ζητήματα που έθετε η πολιτική πραγματικότητα. Μόνο όταν το φοιτητικό κίνημα δοκιμάζεται από τα χτυπήματα του καθεστώτος, όπως έγινε με τις στρατεύσεις, οι πολιτικές οργανώσεις αναλαμβάνουν έναν σημαντικότερο ρόλο, ο οποίος όμως έμεινε συγκυριακός και δεν στάθηκε ικανός να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις αλλαγής των σχέσεων κινήματος – οργανώσεων.
Η κατάληψη του Πολυτεχνείου, που αποτελεί την κορύφωση του αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, αιφνιδιάζει όλες τις οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις χωρίς εξαίρεση. Ακόμη και οι αριστερές ομάδες, οι οποίες στη συνέχεια θα είναι ανυποχώρητες στο ζήτημα της συνέχισης της κατάληψης, βρίσκονται απροετοίμαστες μπροστά στον ορυμαγδό των γεγονότων.
Αν η «συνάντηση» φοιτητικού κινήματος και πολιτικών οργανώσεων δεν πραγματοποιήθηκε κατά την πυκνή σε γεγονότα δίχρονη διάρκειά του, δε θα πραγματοποιηθεί ούτε και στην εξέγερση του Πολυτεχνείου.
Η αδυναμία όλων των πολιτικών οργανώσεων να συνδεθούν οργανικά με το φοιτητικό κίνημα, έτσι που να υπάρξει μια ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική συγκρότηση του τελευταίου, θα σταθεί μοιραία και για την εξέλιξη της εξέγερσης.
Η πορεία της εξέγερσης, καθοριζόμενη από το αυθόρμητο στοιχείο, δεν είχε τη δυνατότητα πολιτικών ελιγμών και τακτικών υποχωρήσεων. Επίσης, ποτέ δεν καθορίστηκαν οι στόχοι της, πέραν εκείνου της ανατροπής του δικτατορικού καθεστώτος, αν και κάθε πολιτική οργάνωση είχε τις δικές της προτάσεις, οι οποίες δεν υιοθετήθηκαν ούτε από τη συντονιστική επιτροπή, ούτε από την πλειονότητα των καταληψιών. Η αυθόρμητη και εκρηκτική εξέγερση άφησε πίσω της όλες τις οργανωμένες δυνάμεις. Κατά τη διάρκεια της κατάληψης, κατά τη γνώμη μου, υπήρξε ουσιαστική διάλυση των οργανώσεων.
Η πανσπερμία των απόψεων, προτάσεων και στόχων των οργανώσεων (φοιτητικά αιτήματα, συντεταγμένη αποχώρηση, εθνική ενότητα, αντιιμπεριαλιστική επανάσταση, σοσιαλιστική επανάσταση, κ.α.) δε στάθηκε ικανή να εκφράσει τις επιδιώξεις και τους πόθους των συγκεντρωθέντων, οι οποίοι κινούνται από «την ανάγκη για αντίθεση προς ένα αυταρχικό καθεστώς, που αντιστρατευόταν βασικές ποιότητες του ανθρώπου, που έμπαινε εμπόδιο στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ανάπτυξη του τόπου». (Ν. Γιανναδάκης)
Η εξέγερση θα οδηγηθεί στη σύγκρουση με το καθεστώς, ελάχιστα επηρεαζόμενη από τις πολιτικές γραμμές, θέσεις και συνθήματα των οργανώσεων.                
Η εξέγερση και η αιματηρή καταστολή του Πολυτεχνείου ακυρώνει τη στρατηγική της ελεγχόμενης ομαλοποίησης, που επιχειρούσε το καθεστώς στην προσπάθεια του να προσεταιριστεί μέρος των πολιτικών και να αποκτήσει λαϊκή βάση, γεγονός που θα του επέτρεπε την νομιμοποίηση και κατ΄ επέκταση την μονιμοποίησή του.
Μετά την εξέγερση το καθεστώς οδηγείται σε πλήρες αδιέξοδο, δίχως καμιά προοπτική. Οι νέες συνθήκες ευνοούν την επιτυχία του νέου πραξικοπήματος των σκληρών υπό τον Ιωαννίδη, το οποίο αν και είχε οργανωθεί πριν το Πολυτεχνείο, η απρόσκοπτη πορεία της ελεγχόμενης ομαλοποίησης θα καθιστούσε την επιτυχία του δύσκολη αν όχι αδύνατη.
Η επέμβαση Ιωαννίδη ήταν άλμα στο κενό. Η νέα ηγεσία του στρατιωτικού καθεστώτος δεν διαθέτει στρατηγική εκτός εκείνης του ελέγχου της εξουσίας από τους στρατιωτικούς της ομάδας Ιωαννίδη και την επ΄ αόριστο συνέχιση του καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης. Το Πολυτεχνείο όμως άνοιξε βαθύ και αγεφύρωτο ρήγμα μεταξύ πληθυσμού κα καθεστώτος. Οι στρατιωτικοί δεν διαθέτουν πλέον ούτε στο ελάχιστο την παθητική ανοχή τμήματος του πληθυσμού. Το καθεστώς πορεύεται μετέωρο δίχως ερείσματα και προοπτική νομιμοποίησης, βασιζόμενο αποκλειστικά στη βία των κατασταλτικών μηχανισμών. Καμιά όμως πολιτική εξουσία δεν μπορεί να υπάρξει και να επιζήσει αν βασίζεται μόνο στον καταναγκασμό. Η βιωσιμότητα της προϋποθέτει ένα ελάχιστο συναίνεσης από τις κυριαρχούμενες τάξεις.  (Α. Μάνεσης).
Το καθεστώς Ιωαννίδη διαθέτει μόνο τη στήριξη των Η.Π.Α. με την προοπτική της βίαιης επίλυσης του Κυπριακού.
Η έλλειψη προοπτικής του καθεστώτος του επιτρέπει και η μονόπλευρη στήριξή του από τις Η.Π.Α. του επιβάλλει τη βίαιη επέμβαση στην Κύπρο, ελπίζοντας ταυτόχρονα, σύμφωνα με όσα ελλιπή στοιχεία έχουν δημοσιευτεί, ότι μπορεί αυτή η επέμβαση, ως ύστατη ελπίδα, να το οδηγήσει σε μια εθνική επιτυχία, γεγονός που θα του επέτρεπε τη σταθεροποίηση και κατ΄ επέκταση τη νομιμοποίηση του. Η επέμβαση καταλήγει σε τραγωδία και το μετέωρο καθεστώς καταρρέει.
Είναι βέβαιο ότι δίχως την εξέγερση του Πολυτεχνείου και την αιματηρή καταστολή της δεν θα είχαν εξελιχθεί με τον ίδιο τρόπο τα γεγονότα..

Αυλώνας      Νοέμβριος 2010
Ομιλία στο πανεπιστήμιο της Πάτρας