Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

Κυνισμός, κτηνωδία και έλλειψη ηθικής στιγμάτισαν τα τρία ελληνικά μνημόνια

Αυτοί που διασώθηκαν ήταν οι γαλλικοί και γερμανικοί τραπεζικοί όμιλοι και αυτοί που πλήρωσαν ήταν οι Έλληνες πολίτες.
Κάτι παραπάνω από επικριτικό είναι άρθρο της αμερικανικής ιστοσελίδας The Atlantic, αναφορικά με τα τρία ελληνικά μνημόνια, αλλά και την κατάσταση στην οποία περιήλθε η οικονομία της χώρας μας από το 2010 έως και το 2018.
Στο άρθρο – το οποίο υπογράφει ο James K. Galbraith– σημειώνεται ότι η παραπάνω περίοδος ήταν απόλυτα καταστροφική για την Ελλάδα σε όλα τα επίπεδα.
Αναλυτικότερα τονίζεται ότι:
Το διάστημα 2010 έως 2018 θα γραφεί στην ελληνική ιστορία ως μία επική περίοδος που η χώρα μετατράπηκε σε αποικία, όπου τα περιουσιακά της στοιχεία πάρθηκαν ή ιδιωτικοποιήθηκαν, όπου η χρηματοδότηση σε υγεία και εκπαίδευση εκμηδενίστηκε.
Μία περίοδος χρεοκοπιών, κατασχέσεων, ανθρώπων που έμειναν άστεγοι και απελπισμένοι.
Μία περίοδος ανεργίας, μετανάστευσης και αυτοκτονιών.
Αυτά ήταν τα χρόνια των τριών μνημονίων ή «προγραμμάτων χρηματοδοτικής βοήθειας», τα οποία συνοδεύθηκαν από «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις», οι οποίες υποτίθεται ότι θεσπίστηκαν για να στηρίξουν την «ανάκαμψη» της Ελλάδας, μετά την κατάρρευσή της λόγω και της χρηματοπιστωτικής κρίσης το 2010.
Στην πραγματικότητα ήταν μία απάτη που διαπράχθηκε ενάντια στην Ελλάδα και την Ευρώπη, με την εφαρμογή μίας σειράς κάκιστων πολιτικών που βασίστηκαν σε ακραίες θεωρίες «οικονομικής ηθικής», που βοήθησαν δεξιές πολιτικές παρατάξεις να κρύψουν τα απλήρωτα χρέη.
Αυτό ήταν διάσωση (bailout);
Πρόκειται για έναν όρο που υποδεικνύει μία σιωπηρή αποδοκιμασία.
Όπως λέγεται συχνά «οι Έλληνες ζούσαν κάνοντας πάρτι και κάποια στιγμή έφθασε η ώρα να πληρώσουν».
Όντως κάποιοι στην Ελλάδα έκαναν πάρτι, αλλά αυτοί ήταν οι ολιγάρχες, με πλοία και σπίτιαστο Λονδίνο και με λογαριασμούς στην Ελβετία, τους οποίους απέκτησαν από μίζες που έλαβαν από αμυντικές εταιρείες, εταιρείες κατασκευών και εξοπλισμών από Γερμανία, Γαλλίακαι ΗΠΑ.
Και όντως υπήρξε διάσωση.
Αυτή, όμως, την πλήρωσαν οι Ευρωπαίοι φορολογούμενοι και τα χρήματά τους κατευθύνθηκαν ώστε να διασωθούν οι προβληματικές τράπεζες Γαλλίας και Γερμανίας.
Απλά η Ελλάδα ήταν ο «ενδιάμεσος» για να επιτευχθεί αυτό και οι Έλληνες πλήρωσαν ακριβά με τις ζωές τους και ήταν απλά τα πιόνια σε αυτό το παιχνίδι.
Το τρίτο μνημόνιο ολοκληρώθηκε στις 20 Αυγούστου 2018. Η Ελλάδα το εφάρμοσε για τρία χρόνια, έλαβε 61,9 δις. ευρώ και τώρα μπορεί να δανειστεί εκ νέου από τις αγορές.
Η ολοκλήρωση του μνημονίου οδηγεί και στην ακύρωση της άμεσης εποπτείας της οικονομίας από την τρόικα: ΔΝΤ, Κομισιόν και ΕΚΤ.  Όμως οι επιπτώσεις, οι μετά-μνημονιακές δεσμεύσεις και οι συνέπειες θα παραμείνουν.
Γυρίζοντας στο 2010 θυμόμαστε ότι μαζί με την Ελλάδα, Πορτογαλία, Ισπανία, Ιρλανδία και Ιταλία είχαν, επίσης, προβλήματα.
Η μεγάλη χρηματοοικονομική κρίση έπληξε όλη την Ευρώπη, αλλά προκάλεσε σοβαρότερα πλήγματα στις πιο αδύναμες χώρες και η Ελλάδας ήταν η πιο αδύναμη.
Η οικονομία της συρρικνώθηκε 25% και η ανεργία των νέων ξεπέρασε το 50%.
Το μνημόνιο ήταν η εύκολη λύση.
Ξεκίνησε ένα παιχνίδι για το ελληνικό χρέος, βασισμένο σε αισιόδοξες εκτιμήσεις και σε πολιτικές μεταρρυθμίσεων που δεν είχαν καμία σχέση με την πραγματικότητα της ελληνικής οικονομίας. Οι πολιτικές αυτές προήλθαν από το ΔΝΤ, το οποίο χρησιμοποίησε το κλασικό του ρεπερτόριο αναφορικά με λιτότητα και «μεταρρυθμίσεις».
Αρκετά κορυφαία στελέχη του ΔΝΤ από Αυστραλία, Ελβετία, Βραζιλία και Κίνα εξέφρασαν αντιρρήσεις.  Αλλά αυτές αγνοήθηκαν.
Το Ταμείο δεν είχε δουλειά και είχε ξεμείνει και από χρήματα, λόγω της αποτυχίας των προγραμμάτων του αλλά και των χωρών που αγνόησαν τις συμβουλές του.
Εκείνη την εποχή ο επικεφαλής του ήθελε να γίνει ο επόμενος πρόεδρος της Γαλλίας.
Έτσι η Ελλάδα έλαβε το μεγαλύτερο δάνειο στην ιστορία του ΔΝΤ, ύψους 289 δισ. ευρώ.
Αυτά τα χρήματα προήλθαν, σε μεγάλο βαθμό, από τους Αμερικανούς φορολογούμενους.
Στην Αθήνα ομάδες των ΔΝΤ, ΕΚΤ και Κομισιόν που έφθασαν στην Ελλάδα ζούσαν σε πολυτελή ξενοδοχεία με έξοδα των Ελλήνων και τους συνόδευαν ένστολοι στις επισκέψεις τους στα ελληνικά υπουργεία, όπου και επέβαλαν τις πολιτικές που ήθελαν.
Το 2015 έμειναν σε ένα ξενοδοχείο τεσσάρων αστέρων και τους δόθηκε υψηλή προστασία από ειδικές δυνάμεις, οι άνθρωποι των οποίων, όμως, δεν φορούσαν στολές. Μάλιστα οι Draghi και Lagarde είχαν διαμαρτυρηθεί γι’ αυτήν τη συμπεριφορά.
Τι πολιτικές στήριξαν;
Πώληση σε εξευτελιστικές τιμές της δημόσιας περιουσίας αλλά μόνο αυτής που ήταν, ήδη, επικερδής.
Ολλανδικές και γερμανικές εταιρείες έσπευσαν να αγοράσουν φθηνά.
Στην αγορά εργασίας καταργήθηκαν όλοι οι κανόνες, όπως για παράδειγμα οι συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Κανείς, όμως, δεν λέει ότι καμία κινεζική ή γερμανική βιομηχανία δεν πρόκειται να μετακομίσει στην Ελλάδα ακόμη και εάν οι Έλληνες δεχθούν να δουλέψουν τσάμπα.
Αυξήθηκε ο ΦΠΑ, μειώθηκαν οι συντάξεις και εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι εκδιώχθηκαν.
Οι Έλληνες επαναστάτησαν, όπως είχαν κάθε δικαίωμα, το 2015.
Όμως η ΕΚΤ έριξε τότε το τελευταίο της χαρτί: μπορούσε να κλείσει τις τράπεζες και να κατασχέσει τις καταθέσεις, αναγκάζοντας την Ελλάδα να εγκαταλείψει την Ευρωζώνη και πιθανώς και την ΕΕ.
Η κυβέρνηση, έχοντας υπονομευθεί από αυτήν την πολιτική, υποχώρησε.
Το τρίτο μνημόνιο υπογράφηκε και ο ΣΥΡΙΖΑ, η αριστερή σύμπραξη που είχε κατακτήσει την εξουσία τον Ιανουάριο του 2015, έως τον Ιούλιο του 2015 είχε μετατραπεί σε μοντέλο φυλακισμένου από τις ευρωπαϊκές ελίτ.
Η ειρωνεία είναι ότι το 2012 υπήρξε μετάθεση των αποπληρωμών του ελληνικού χρέους.
Τώρα υπάρχει ένα πρωτογενές πλεόνασμα.
Το μνημόνιο τελείωσε αλλά όχι και η λιτότητα.
Το χρέος θα διογκωθεί εκ νέου σε μακροχρόνιο ορίζοντα και οι δεσμεύσεις για πρωτογενή πλεονάσματα διαρκούν 40 χρόνια.
Εξ όλων των απόψεων η αντίσταση των Ελλήνων έσπασε, ως εκ τούτου φάνηκε ότι είναι ασφαλές να τους αφήσουν ήσυχους. Προς το παρόν.
Όμως η καταστροφή δεν αφορά μόνο την Ελλάδα.
Ο κυνισμός και η βιαιότητα που υπέστη η χώρα είναι ορατή σε όποιον θέλει να τη δει.
Το γεγονός ότι η Ευρώπη επέβαλε ιδιωτικοποιήσεις σε ένα από τα πιο αδύναμα μέλη της, όχι γιατί από αυτό θα υπήρχε κάποιο όφελος, αλλά για να «παραδειγματιστούν» Ιταλοί και Γάλλοι –όπως είχε παραδεχθεί ο Wolfgang Schaeuble σε κατ’ ιδίαν συζήτησή του με τον τότε υπουργό Οικονομικών της Ελλάδα, Γ. Βαρουφάκη.
Η ελληνική υπόθεση έστρεψε τη γαλλική αριστερά ενάντια στην Ευρώπη και οδήγησε στην περίεργη συγκυβέρνηση που υπάρχει σήμερα στην Ιταλία.
Οι Γερμανοί και οι Ανατολικοευρωπαίοι σαφώς δεν συμπαθούν τους Έλληνες, το αντίθετο τους απεχθάνονται. Αλλά υπέκυψαν στην «αλληλεγγύη» που πούλησε η Angela Merkel και άλλοι για να δώσουν τα κοινοβούλιά τους έγκριση για τα ελληνικά δάνεια.
Η Ευρώπη έχει καταστραφεί απ’ όλες τις πλευρές.
Μπορεί η οικονομία της να παραμένει ενωμένη αλλά πολιτικά υπάρχουν τεράστιες διαφορές.
Έχει ανάγκη θεσμούς και πολιτικές που στηρίζουν την κοινωνική ισορροπία, τη μεταρρύθμιση στον χρηματοοικονομικό τομέα και την πλήρη απασχόληση, δηλαδή πολιτικές εντελώς αντίθετες με τις εθνικιστικές αντιδράσεις που καταγράφονται.
Αρκετοί είναι αυτοί που πιστεύουν ότι χρειάζεται ένα «New Deal for Europe», προκειμένου το ευρωπαϊκό οικοδόμημα να παραμείνει, μακροπρόθεσμα, ενωμένο.
*Πηγή: theatlantic.com
** Σημείωση Σύνταξης Iskra: Το κείμενο του James Galbraith είναι ενδιαφέρον. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε τον Ιούλιο του 2015 δυνατότητα να εφαρμόσει εναλλακτική προοδευτική πολιτική χωρίς να υπογράψει μνημόνιο. Η ΕΕ, επίσης, εδώ που έχει φτάσει, παρά το «New Deal», που ουτοπικά προτείνει ο Galbraith, δεν διορθώνεται, παρά μόνο ανατρέπεται.

Τετάρτη 22 Αυγούστου 2018

Frankfurter Rundschau: Οι δανειστές έσωσαν τον εαυτό τους, όχι τους Ελληνες

Πρέπει να δοθεί τέλος στην αυταπάτη της πίστης στη λιτότητα
Frankfurter Rundschau: Οι δανειστές έσωσαν τον εαυτό τους, όχι τους Ελληνες
εκτύπωση  

«Τα προγράμματα δανείων για την Ελλάδα λήγουν, δισεκατομμύρια έχουν δοθεί, αλλά ποιον ή τι ακριβώς έσωσαν οι δανειστές της», αναρωτιέται σε σχετικό άρθρο της η γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Rundschau».

«Αυτές τις μέρες ακουγόταν σποραδικά κάποια πράγματα για την Ελλάδα. Αφενός επειδή ο Γερμανός υπουργός Εσωτερικών έχει συμφωνήσει κάτι με την Αθήνα, το οποίο μπορεί να το πουλήσει ως επιτυχία (αντιμετώπιση του προσφυγικού) και αφετέρου επειδή η 20ή Αυγούστου σηματοδοτεί το τέλος των ευρωπαϊκών πιστωτικών προγραμμάτων και ο τυχερός παραλήπτης του τελευταίου πακέτου στέκεται και πάλι στα πόδια του», αναφέρεται μεταξύ άλλων στο άρθρο και προστίθεται: «Ποιος είναι όμως ο τυχερός παραλήπτης; Είναι οι Έλληνες πολίτες; Όχι, στην πλειοψηφία τουλάχιστον όχι, αφού έχει διαδοθεί πια πως εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες πρέπει να επιβιώσουν με λιγότερα από 400 ευρώ το μήνα, χωρίς καμία προοπτική βελτίωσης. Οι συντάξεις έχουν περικοπεί, το σύστημα υγείας είναι άγνωστο εάν θα μπορέσει να τους σώσει όταν έχουν πρόβλημα υγείας, ο ΦΠΑ έχει αυξηθεί κατόπιν εντολής των δανειστών και πλήττει κυρίως του φτωχότερους, ενώ οι ειδικοί φοβούνται έκρηξη της φτώχειας».

Και συνεχίζει: «Όχι, κανείς δεν βοήθησε "τους Έλληνες πολίτες" και κανείς δεν τους έσωσε. Καθόλου περίεργο, αφού στον ελληνικό κρατικό προϋπολογισμό εισέρρευσε μόνο το δέκα τοις εκατό των περίπου 300 δισεκατομμύρια ευρώ των δανείων σύμφωνα με αξιόπιστους υπολογισμούς. Το συντριπτικό ποσοστό πήγε στις προβληματικές τράπεζες και στους δανειστές του ελληνικού κράτους. Η Γερμανία εισέπραξε κατά το διάστημα του "προγράμματος διάσωσης" τόκους ύψους 2,9 δισ. ευρώ από την Ελλάδα, ενώ ο γερμανικός προϋπολογισμός λειτουργεί απλώς ως εγγυητής, δεν χρειάστηκε δηλαδή να δώσει στην Ελλάδα ούτε ένα σεντ.

Όμως, ο υπολογισμός των αυτοαποκαλούμενων "σωτήρων" είναι φυσικά διαφορετικός: Τώρα που η Ελλάδα έχει έναν ισορροπημένο προϋπολογισμό, επιστρέφει η εμπιστοσύνη των αγορών. Κανένα πρόβλημα επομένως αφού η Αθήνα θα μπορεί να δανειστεί τα χρήματα που χρειάζεται για να εξυπηρετήσει το χρέος της, μεταξύ άλλων, προς την ΕΕ. Χάρη σε ένα φιλικό προς τις επενδύσεις κλίμα (και την τεράστια μείωση των μισθών, κάτι που λέγεται όμως χαμηλόφωνα) θα προσελκυστούν επιχειρήσεις, οι οποίες θα δημιουργήσουν περισσότερες θέσεις εργασίας, ευημερία και φορολογικά έσοδα.

Μπορεί κανείς να το θέσει και διαφορετικά: Οι περισσότεροι Έλληνες έπρεπε να πληρώσουν πικρά το γεγονός ότι η χώρα τους είναι ξανά "ανταγωνιστική". "Ανταγωνιστικότητα" στην περίπτωση αυτή σημαίνει ακριβώς αυτό που εννοούν με τον όρο αυτό εδώ και χρόνια και οι γερμανικές κυβερνήσεις : Ένα κράτος πρέπει να λειτουργεί σαν μια επιχείρηση. Αν "οι αγορές" δεν το εμπιστεύονται πλέον, πρέπει να μειώσει τις δαπάνες και μάλιστα σε βάρος εκείνων που είναι περισσότερο αδύναμοι να αμυνθούν».

«Με αυτή την έννοια», προστίθεται, «τα προγράμματα βοήθησαν πραγματικά και έφεραν τη σωτηρία. Βοήθησαν το ελληνικό κράτος να εξυπηρετήσει το χρέος του, μια βοήθεια χάρη στην οποία οι δανειστές βοήθησαν κυρίως τους εαυτούς. Και σώθηκε ένα σύστημα που επιτρέπει να μετατρέπονται τα κράτη σε ομήρους των χρηματοπιστωτικών αγορών, εάν δεν αποταμιεύουν χρήματα για τον προϋπολογισμό τους σε βάρος των μεσαίων και κατώτερων στρωμάτων.

Μερικοί θα υποστηρίξουν ότι η Ελλάδα βρέθηκε από μόνη της στο αδιέξοδο. Απέκρυψε επί μακρόν το χρέος της, ευνόησε την οικογενειοκρατία και δεν εισέπραττε με δίκαιο τρόπο τους φόρους. Αυτό είναι σωστό, και δεν θα είχε κανείς να αντιτάξει τίποτα εάν πράγματι το μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα βοηθούσε να εξαλειφθούν αυτά τα φαινόμενα. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν υπήρχε εναλλακτική λύση για να αποκατασταθεί η νεοφιλελεύθερη εκδοχή της ανταγωνιστικότητας.

Έχουν υπάρξει πολλές προτάσεις από ορισμένους οικονομολόγους για να βοηθηθεί η ελληνική οικονομία να σταθεί στα πόδια της μέσω ενός μεγάλου επενδυτικού προγράμματος, το οποίο θα βελτίωνε τις υποδομές της (συμπεριλαμβανομένου του φορολογικού συστήματος) και θα τις έφτανε σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Ναι, αυτό θα είχε κοστίσει χρήματα. Όμως, παντού όπου δημιουργούνται νομισματικές ενώσεις με διαφορετικά επίπεδα ανάπτυξης, δεν υπάρχει τρόπος να αποφευχθεί ένα σύστημα αλληλεγγύης που μετριάζει το χάσμα και "παραπλεύρως" να δημιουργεί και θέσεις εργασίας.

Αντίθετα, τώρα η Ελλάδα "επιτρέπεται" να δανείζεται στην ελεύθερη αγορά. Αυτό δεν θα αλλάξει τίποτα στον εκτοπισμό εκατομμυρίων πολιτών της από τον κόσμο της ευημερίας. Και ορισμένοι προβλέπουν ήδη την επόμενη "κρίση χρέους". Θα αλλάξει τρόπο σκέψης τότε η Ευρώπη; Σίγουρα όχι εάν δεν ασκηθεί πίεση από τις κοινωνίες, ώστε να δοθεί ένα τέλος στην αυταπάτη της πίστης στη λιτότητα».
Από το Βήμα

Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018


 

Δημογραφική «βόμβα» απειλεί τη χώρα και την οικονομία

Με το 21% των κατοίκων της να είναι άνω των 65 ετών, η Ελλάδα δεν θα μπορεί τις ερχόμενες δεκαετίες να παράγει επαρκή πλούτο για τους πολίτες της
Δημογραφική «βόμβα» απειλεί τη χώρα και την οικονομία
Η μάχη του δημογραφικού θα πρέπει να αποτελέσει εθνικό στόχο, καθώς διαφορετικά η γήρανση του πληθυσμού μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις
Κοινή χρήση1
εκτύπωση  

Αν και το μεγάλο στοίχημα της Ελλάδας παραμένει η επιστροφή σε ισχυρούς και διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης ώστε να επουλωθούν σε εύλογο διάστημα οι πληγές της δεκαετούς κρίσης, εν τούτοις η πραγματική μάχη της χώρας ίσως θα πρέπει να δοθεί στο δημογραφικό μέτωπο.

Σε κάθε περίπτωση, η μάχη του δημογραφικού θα πρέπει να αποτελέσει εθνικό στόχο, καθώς διαφορετικά η «δημογραφική κατάθλιψη» μπορεί να οδηγήσει σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις ακόμα και για τη βιωσιμότητα της χώρας, τουλάχιστον με τη σημερινή μορφή της.

Με τους θανάτους να ξεπερνούν τις γεννήσεις, τους νέους και μορφωμένους να μεταναστεύουν και την Ελλάδα να έχει έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρώπη, όχι μόνο η χώρα δεν θα μπορεί τις ερχόμενες δεκαετίες να παράγει επαρκή πλούτο για τους πολίτες της, αλλά ίσως βρεθεί αντιμέτωπη με την ίδια τη βιωσιμότητά της ως ενός σύγχρονου έθνους-κράτους.



Χώρα 8,9 εκατομμυρίων κατοίκων ως το 2050


Πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου του Βερολίνου εκτιμούσε ότι ο πληθυσμός της χώρας μας θα μειωθεί στα 9,9 εκατομμύρια ως το 2030 και στα 8,9 εκατομμύρια ως το 2050 (8,3 εκατομμύρια, υποστηρίζουν οι πιο απαισιόδοξες μελέτες), σε σύγκριση με 10,7 εκατομμύρια περίπου σήμερα και 11,1 εκατομμύρια το 2009, προτού δηλαδή η «Μεγάλη Ελληνική Υφεση» αρχίσει να ξεδιπλώνεται, ενώ και η Eurostat αποφάνθηκε πως το 2080, με 7,2 εκατομμύρια ανθρώπους η Ελλάδα θα βρίσκεται στο ναδίρ της ΕΕ.

Οταν όμως ο πληθυσμός μειώνεται, ο αντίκτυπος στην οικονομία είναι ανάλογος, αφού περιορίζονται τόσο οι καταναλωτές όσο και οι εν δυνάμει παραγωγοί, ενώ καθώς το εργατικό δυναμικό μειώνεται κατά -0,4% ετησίως, σύμφωνα με τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για να επιτευχθεί ανάπτυξη 1%, η αύξηση της παραγωγικότητας πρέπει να φθάσει το 1,4%. Η γήρανση του πληθυσμού όμως συνεχίζεται, ενώ η αύξηση της παραγωγικότητας είναι πολύ αδύναμη, αφού τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχει παραμείνει ουσιαστικά στάσιμη, παρατηρούσε η Rabobank.

Με δείκτη ολικής γονιμότητας στο 1,3 (προβλεπόμενος μέσος αριθμός παιδιών ανά γυναίκα) έναντι του 2,1 που θα πρέπει να είναι για να διατηρηθεί σταθερός ο πληθυσμός, η Ελλάδα έχει σήμερα σχεδόν τη χαμηλότερη επίδοση στην Ευρωπαϊκή Ενωση, διατηρώντας έναν από τους πιο γερασμένους πληθυσμούς στην Ευρώπη, καθώς πάνω από το ένα πέμπτο των κατοίκων της (το 21%) είναι άνω των 65 ετών. Σαν να μην έφθανε αυτό, μια μελέτη του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων αναδεικνύει και το φαινόμενο της διαρκούς και δυσανάλογης αύξησης του «υπέργηρου» πληθυσμού (80 ετών και άνω), που αποτελεί μία από τις συνιστώσες του δημογραφικού προβλήματος στην Ελλάδα. Η Ελλάδα κατέχει τον τρίτο υψηλότερο δείκτη υπεργηρίας (λόγος του πληθυσμού ηλικίας 80 ετών και άνω προς τον πληθυσμό 65 ετών και άνω) μεταξύ των 28 κρατών-μελών της ΕΕ (30,6%), μετά την Ισπανία (32,0%) και τη Γαλλία (31,1%).

Η «γήρανση μέσα στη γήρανση», όπως θα μπορούσε να χαρακτηριστεί διαφορετικά η υπεργηρία, και η ταχύτερη αύξηση του πληθυσμού άνω των 80 ετών, σε σχέση με την εξέλιξη των υπόλοιπων πληθυσμιακών ομάδων, όπως για παράδειγμα ο πληθυσμός σε ενεργό ηλικία, θα μπορούσε δυνητικά να προκαλέσει σημαντικές ανισορροπίες με άμεσο αντίκτυπο στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας, τόσο σε εθνικό όσο και σε περιφερειακό επίπεδο.

Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, από το 2009 τα ποσοστά ανεργίας των πτυχιούχων υπερδιπλασιάστηκαν, καθώς η μεγαλύτερη αύξηση του αριθμού των ανέργων σημειώθηκε μεταξύ των αποφοίτων ανώτατης εκπαίδευσης (179,1%), ενώ η Ελλάδα καταγράφει το χαμηλότερο ποσοστό στην ΕΕ των «28» όσον αφορά την απασχόληση αποφοίτων της ανώτατης εκπαίδευσης.

Ετσι, όπως εκτιμούσε η Eurobank, 450.000 Ελληνες ηλικίας κάτω των 45 ετών, κατά μεγάλο ποσοστό υψηλού μορφωτικού επιπέδου και τεχνικής κατάρτισης, αναζήτησαν επαγγελματικές ευκαιρίες εκτός Ελλάδος (brain drain).
Η ετήσια συμμετοχή τους στο ΑΕΠ των χωρών υποδοχής ξεπερνά μάλιστα τα 13 δισ. ευρώ και το φορολογικό αποτέλεσμα τα 9,5 δισ. ευρώ, την ώρα που το κόστος της εκπαίδευσής τους για το ελληνικό κράτος ξεπερνούσε τα 8 δισ. ευρώ.



Εθνική ανάγκη ο επαναπατρισμός

Αν και για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων ετών που η Adecco Ελλάδας διερευνά το θέμα της απασχολησιμότητας στην Ελλάδα το brain drain εμφανίζει πτωτική πορεία, καθώς η τάση αναζήτησης εργασίας στο εξωτερικό υποχώρησε στο 22% εφέτος από 33% το 2017, εν τούτοις ο επαναπατρισμός αυτού του ανθρώπινου δυναμικού αναμφισβήτητα θα πρέπει να αποτελέσει εθνικό στόχο.

Γενικά πάντως, σύμφωνα με μελέτη του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων θα ήταν λάθος να ταυτιστεί η μεταναστευτική εκροή με τους γηγενείς και η μεταναστευτική εισροή με τους αλλοδαπούς, αφού την περίοδο της κρίσης εκτιμάται ότι σε κάθε 10 αλλοδαπούς που εισήλθαν στην Ελλάδα αντιστοιχούσαν 8 γηγενείς που επίσης εισήλθαν στη χώρα μας και για κάθε 10 γηγενείς που έφυγαν από αυτήν αντιστοιχούσαν 9 αλλοδαποί που έκαναν το ίδιο. Ετσι, η (αρνητική) καθαρή μετανάστευση της περιόδου της κρίσης οφείλεται κατά 60% στην κινητικότητα των γηγενών και κατά 40% σε αυτήν των αλλοδαπών.


Τα αντίδοτα στο πρόβλημα



Η εντυπωσιακή μείωση των γεννήσεων, η γήρανση του πληθυσμού και η εκτόξευση της αποδημίας θα καταλήξουν σε μεγάλη συρρίκνωση του πληθυσμού της χώρας μας και σε αύξηση της αναλογίας των ηλικιωμένων. Οι γηράσκοντες πληθυσμοί κοστίζουν και συμπιέζουν την ανάπτυξη, προειδοποιεί η ΕΚΤ. Οι προβλέψεις δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την Ελλάδα, η οποία παρά τις πρόσφατες παρεμβάσεις στο ασφαλιστικό σύστημα φαίνεται πως το 2070 θα βρεθεί αντιμέτωπη με τον πλέον σκληρό πυρήνα του δημογραφικού: την εκτόξευση του δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων από τον πληθυσμό που βρίσκεται σε παραγωγική ηλικία.

Ενώ σήμερα η αναλογία βρίσκεται στο 33%, ήτοι σε 100 άτομα ηλικίας 15-64 ετών αντιστοιχούν 33 συνταξιούχοι, το 2070 η αναλογία αυτή θα εκτιναχθεί στο 63% και συνεπώς για κάθε 100 ανθρώπους που είναι σε παραγωγική ηλικία για εργασία (15-64 ετών) θα υπάρχουν 63 άτομα ηλικίας από 65 ετών και άνω.

Η επόμενη ημέρα των μνημονίων, πέρα από την προσπάθεια στο οικονομικό μέτωπο, θα πρέπει να συμπεριλάβει στρατηγικές τόνωσης των γεννήσεων, όσο και τη διαμόρφωση ενός θετικού μεταναστευτικού ισοζυγίου, προσελκύοντας ανθρώπινο δυναμικό και αμβλύνοντας παράλληλα τη δυναμική της «διαρροής εγκεφάλων».

Από την άλλη πλευρά, ίσως ένα από τα βασικά διακυβεύματα τα επόμενα χρόνια, σύμφωνα με μελέτη του Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών Αναλύσεων, να είναι και η διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου αλληλεγγύης μεταξύ των γενεών, καθώς το ζήτημα της αναπλήρωσης του πληθυσμού αναμένεται να λάβει ανησυχητικές κοινωνικο-οικονομικές διαστάσεις με σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις, δεδομένου ότι ο «υπέργηρος» πληθυσμός της Ελλάδας θα αυξάνεται συνεχώς την επόμενη εικοσαετία, ενώ τίθεται επιτακτικά το ερώτημα ως προς το «πώς» θα αναπροσαρμοστεί το οικονομικό μοντέλο τόσο της χώρας όσο και ειδικότερα των τοπικών παραγωγικών συστημάτων, όπου παρατηρούνται οι εντονότερες δυσαναλογίες μεταξύ νεότερου και υπέργηρου πληθυσμού.
Από το Βήμα

Κυριακή 12 Αυγούστου 2018

«Ο Τραμπ και η οικογένειά του αποτελούν ένα μεγάλο επιχειρηματικό λόμπι»

Ο Κράουτς διαπιστώνει ότι ακόμα και μετά τις καταστροφές της κρίσης που προκάλεσαν τα δόγματα του νεοφιλελευθερισμού, ο τελευταίος παραμένει η κυρίαρχη οικονομική ιδεολογία. Και αυτό γιατί, όπως γράφει στα βιβλία του, «οι δυνάμεις που αποκόμισαν τα μεγαλύτερα κέρδη από τον νεοφιλελευθερισμό –οι παγκόσμιες εταιρείες, ιδιαίτερα στον χρηματοπιστωτικό τομέα– διατηρούν τη σημασία τους λίγο-πολύ χωρίς αμφισβητήσεις». Διευκρινίζει ότι αντίθετα, ο κεϊνσιανισμός κατέρρευσε επειδή οι τάξεις, τα συμφέροντα των οποίων εξυπηρετούσε, όπως οι χειρώνακτες εργάτες της δυτικής βιομηχανικής κοινωνίας, γνώριζαν μια ιστορική παρακμή και έχαναν την κοινωνική τους εξουσία.
● Δέκα χρόνια μετά την κρίση του 2008 γιγάντιες εταιρείες, ιδιαίτερα εκείνες του χρηματοπιστωτικού τομέα, είναι ισχυρότερες από ποτέ. Γιατί δεν έχει αλλάξει τίποτα, παρ’ όλη την καταστροφή που προκάλεσε η κρίση;
Η μεγάλη ειρωνεία της κρίσης ήταν ότι κατέδειξε την εξάρτηση της σύγχρονης ζωής από τον χρηματοπιστωτικό τομέα, έτσι ώστε, όταν αυτός αντιμετώπισε ακραίες δυσκολίες, τελικά υποφέραμε όλοι. Ετσι, οι κυβερνήσεις ένιωσαν την ανάγκη να διασφαλίσουν ότι αυτός ο τομέας θα ανακάμψει.
Στο μεταξύ, εταιρείες σε πολλούς άλλους κλάδους έχουν καταρρεύσει και σε πολλές χώρες το πολιτικό τοπίο έχει μεταμορφωθεί από την άνοδο ξενοφοβικών λαϊκιστικών κομμάτων. Μια άνοδος, η οποία μπορεί εν μέρει (αν και μόνο εν μέρει) να αποδίδεται στο σοκ της κρίσης.
Υπάρχουν ορισμένες κινήσεις προκειμένου να ρυθμιστούν αυστηρότερα οι τράπεζες, αλλά στις ΗΠΑ αυτές οι μεταρρυθμίσεις έχουν αναστραφεί από τον Ντόναλντ Τραμπ.
Στην Ευρώπη συνεχίζονται, αλλά είναι ασθενείς, επειδή οι κυβερνήσεις εξακολουθούν να αγωνιούν μήπως αποδυναμώσουν τον τομέα πάνω στον οποίο τόσο πολύ στηρίζονται.
● Θεωρείτε την αντιπαράθεση κράτους-αγοράς ξεπερασμένη και υποστηρίζετε ότι σήμερα πρέπει να μιλάμε για μια τριγωνική αντιπαράθεση, η οποία θα περιλαμβάνει επίσης και τις μεγάλες επιχειρήσεις. Μας το εξηγείτε περισσότερο;
Στους νεοφιλελεύθερους αρέσει να ισχυρίζονται ότι ο ιδιωτικός τομέας περιλαμβάνει εταιρείες σε αγορές υψηλής ανταγωνιστικότητας, οι οποίες δεν έχουν πολιτική δύναμη και εξαρτώνται από τις επιλογές των καταναλωτών. Ομως πολλές αγορές κυριαρχούνται από έναν πολύ μικρό αριθμό εταιρειών, οι οποίες παίζουν έναν πολύ σημαντικό ρόλο στην πολιτική άσκηση πιέσεων (lobbying) και οι οποίες μάλλον διαμορφώνουν τις προτιμήσεις των καταναλωτών, παρά υποτάσσονται σ’ αυτές.
Αυτό σημαίνει ότι η σχέση μεταξύ πολιτών και γιγάντιων επιχειρήσεων γίνεται μια σφαίρα πολιτικής δράσης, εν μέρει έξω από το πλαίσιο της αντιπαράθεσης κράτους-αγοράς, η οποία απασχολεί το ίδιο την Αριστερά και τη Δεξιά.
● Ο υπαρκτός νεοφιλελευθερισμός των ημερών μας ισχυρίζεται ότι προωθεί την ελεύθερη αγορά, ενώ στην πραγματικότητα προσπαθεί να επιβάλει την κυριαρχία των γιγάντιων επιχειρήσεων στη δημόσια ζωή. Ο γνωστός οικονομολόγος Τζέφρι Σακς λέει ότι «τα επιχειρηματικά συμφέροντα στην πραγματικότητα ελέγχουν την κυβέρνηση στις ΗΠΑ». Ποια είναι η γνώμη σας;
Αυτό ακριβώς είπα παραπάνω. Τα επιχειρηματικά λόμπι δείχνουν όντως πανίσχυρα στις ΗΠΑ, όπου οι υποψήφιοι πρέπει να βρουν προσωπικά τεράστια χρηματικά ποσά για να διεξαγάγουν τις προεκλογικές εκστρατείες. Αυτό τους κάνει πολύ εξαρτημένους από εξαιρετικά πλούσιους ανθρώπους και επιχειρήσεις.
Η διοίκηση του Τραμπ δεν το αλλάζει αυτό με κανέναν τρόπο, εκτός του να είναι εχθρικός απέναντι σε κάποιες βιομηχανίες, οι οποίες εξαρτώνται πάρα πολύ από τις εισαγωγές. Ο Τραμπ και η οικογένειά του αποτελούν οι ίδιοι ένα μεγάλο επιχειρηματικό λόμπι.
● Τα κράτη όλο και περισσότερο προάγουν τον «εθελοντισμό» και τη «φιλανθρωπία», θεσμούς που με αυξανόμενο ρυθμό αντικαθιστούν τις δημόσιες υπηρεσίες. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Καθώς οι δημόσιες δαπάνες περικόπτονται, τεράστιες κοινωνικές ανάγκες εμφανίζονται και άνθρωποι καλών προθέσεων σπεύδουν να γεμίσουν το κενό με εθελοντική προσπάθεια. Αυτοί αντιμετωπίζουν ένα πραγματικό δίλημμα.
Από τη μία, όπου υπάρχει μια ανάγκη, υπεύθυνοι πολίτες πρέπει να αναλάβουν δράση για να βοηθήσουν και δεν πρέπει ποτέ να τους βάζουμε απέναντί μας.
Ομως, όσο περισσότερο το κάνουν αυτό τόσο δίνουν την ευκαιρία στο κράτος να περικόπτει ακόμα περισσότερο τις υπηρεσίες του.
Τα κράτη και οι εθελοντικές οργανώσεις πρέπει να εγκαθιδρύσουν μια σχέση εμπιστοσύνης, έτσι ώστε οι δραστηριότητες των τελευταίων να συμπληρώνουν και όχι να υποκαθιστούν το κράτος στις υποχρεώσεις του.
● Κατά τη διάρκεια της κρίσης, αποδείχτηκε με πολλούς τρόπους ότι το δόγμα του νεοφιλελευθερισμού για απορρύθμιση των αγορών και «απελευθέρωση» της αγοράς εργασίας ήταν καταστροφικό. Τελικά, υπάρχει κάποια απάντηση στον τίτλο του βιβλίου σας «Ο περίεργος μη θάνατος του νεοφιλελευθερισμού»;
Σίγουρα υπάρχουν ορισμένες απαντήσεις σε πολιτικές για μια έξυπνη, σύγχρονη ρύθμιση των αγορών, έτσι ώστε αυτές να υπηρετούν τις ανάγκες μας και να διορθώνουν τις ατέλειές τους.
Στο μεταξύ, όμως, σε πολλές χώρες –αν και όχι στην Ελλάδα, την Πορτογαλία ή την Ισπανία– κόμματα της άκρας Δεξιάς είναι εκείνα που κυρίως επωφελούνται από τη δημόσια οργή.
Αυτά τα κόμματα αναζητούν λύσεις στα προβλήματα των αγορών και των εταιρειών, αλλά απλώς κατηγορούν για όλα τα προβλήματα τους μετανάστες και τους άλλους ξένους.
Ποιος είναι
Γεννημένος το 1944, ο Βρετανός Κόλιν Κράουτς είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Γουόργουικ, ενώ είναι και επιστημονικό μέλος του Ινστιτούτου Μαξ Πλανκ για τη Μελέτη των Κοινωνιών. Εχει τιμηθεί με το Βραβείο Πολιτικού Βιβλίου από το Ιδρυμα Φρίντριχ Εμπερτ της Γερμανίας. Εισήγαγε στην πολιτική σκέψη την έννοια της «Μεταδημοκρατίας», τίτλος και για το βιβλίο του που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Εκκρεμές (2006), ενώ κυκλοφορεί επίσης και το έργο του «Ο περίεργος μη θάνατος του νεοφιλελευθερισμού» (Εκκρεμές, 2014).
Από την efsyn

Παρασκευή 10 Αυγούστου 2018

Ο ΣΥΡΙΖΑ αντιμέτωπος με την κρυφή γοητεία της διαπλοκής

Σταύρος Λυγερός
1783

Η εξάρτηση των κομμάτων και των πολιτικών από το πολιτικό χρήμα και από τα Μίντια, σε συνδυασμό με τον έλεγχο των Μίντια από βαρόνους του χρήματος, είχε πολύ πριν την εκδήλωση της κρίσης μετατοπίσει το κέντρο βάρους στις σχέσεις πολιτικής και οικονομικής εξουσίας. Και την είχε, βεβαίως, μετατοπίσει προς όφελος της δεύτερης, τροφοδοτώντας έτσι μια τάση εξάρτησης της πολιτικής εξουσίας. Σε αρκετές περιπτώσεις η εξάρτηση αυτή προσλαμβάνει διαστάσεις υπαλληλοποίησης.
Οι αμαρτωλές σχέσεις στο τρίγωνο πολιτικής-Μίντια-κεφαλαίου όχι μόνο καταρρακώνουν κάθε έννοια υγιούς ανταγωνισμού, αλλά και δημιουργούν ένα κλίμα γενικευμένης αναξιοπιστίας, το οποίο αδικεί όσους σέβονται τους κανόνες. Η Λερναία Ύδρα της διαπλοκής και της διαφθοράς δηλητηριάζει τις ηθικές αξίες που στηρίζουν τον κοινωνικό ιστό, διαβρώνει το Κράτος Δικαίου, νοθεύει τους κανόνες της αγοράς και αποτρέπει παραγωγικές πρωτοβουλίες.
Παραλλήλως, προκαλούσε και δημοσιονομικές βλάβες. Ευθυνόταν όχι μόνο για τη λεηλασία, αλλά συχνά και για τη σπατάλη του δημόσιου χρήματος. Οι πολίτες επιβαρύνονται υπέρμετρα και ως φορολογούμενοι και ως χρήστες των υπηρεσιών του δημοσίου. Με άλλα λόγια, η διαπλοκή λειτουργεί σαν καρκίνωμα, που αλλοιώνει την ουσία του δημοκρατικού πολιτεύματος και ωθεί τη χώρα σε παρατεταμένη παρακμή.
Η διαπλοκή-διαφθορά είχε συμβάλει καθοριστικά στην αποσάθρωση της εμπιστοσύνης των πολιτών προς το πολιτικό σύστημα. Όταν ο βαθμός εμπιστοσύνης πέφτει κάτω και από το αναγκαίο ελάχιστο, ο κοινοβουλευτισμός περιέρχεται σε κρίση. Αυτό είχε αρχίσει να συμβαίνει πριν η Ελλάδα βυθιστεί στην κρίση, αλλά από το 2010 πήρε πρωτοφανείς διαστάσεις. Έτσι προέκυψαν οι τεκτονικές αλλαγές στο πολιτικό σύστημα και ο ΣΥΡΙΖΑ από το 4% βρέθηκε κυβερνών κόμμα.

Κοντόθωρη στάση

Αν και τα σημάδια ήταν έντονα, το τότε πολιτικό σύστημα δεν είχε πάρει εγκαίρως το μήνυμα. Η κοντόθωρη στάση και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ (κι όχι μόνο) ήταν αλάνθαστο σημάδι ότι είχαν χάσει τη λειτουργική σχέση πολιτικής εκπροσώπησης της κοινωνίας. Το αποτέλεσμα ήταν να εδραιωθεί η εντύπωση της κοινής γνώμης ότι η πολιτική είναι μια πολύ επωφελής υπόθεση για τους πρωταγωνιστές της. Η ισοπεδωτική αυτή εντύπωση αδικεί όσους πολιτικούς έκαναν τη δουλειά τους με ευσυνειδησία και εντιμότητα. Από την άλλη πλευρά, όμως, η γενική εικόνα είχε βάση αληθείας.
Η μετατόπιση του κέντρου βάρους της δύναμης έχει επιτρέψει στους βαρόνους του χρήματος να αποκτήσουν τον έλεγχο κατεστημένων Μίντια και μέσω αυτών να επηρεάζουν σημαντικά τον συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων, χωρίς να διαθέτουν την παραμικρή δημοκρατική νομιμοποίηση και χωρίς, βεβαίως, να έχουν καμία ευθύνη έναντι των ψηφοφόρων. Η εξουσία αυτής της ολιγαρχίας δεν εξαρτάται από την εκλογική συμπεριφορά των πολιτών, επειδή κινείται πάνω από την τρέχουσα κομματική αντιπαράθεση.
Τυπικώς, δύσκολα μπορεί κανείς να τους ελέγξει για τη δυσανάλογη επιρροή που ασκούν, επειδή δεν έχουν ζητήσει την ψήφο και δεν έχουν αναλάβει υποχρεώσεις έναντι του εκλογικού σώματος. Δεν έχουν καμία επίσημη πολιτική ή κρατική ιδιότητα. Απ’ αυτή την άποψη, ως φαινόμενο είναι πιο επικίνδυνο από τον μπερλουσκονισμό. Τουλάχιστον, ο Ιταλός μεγιστάνας των Μίντια εγκατέλειψε την ασφάλεια του παρασκηνίου και εξετέθη στην πολιτική κονίστρα.
Από το απυρόβλητο του παρασκηνίου, οι διαπλεκόμενοι ολιγάρχες πιέζουν και ενίοτε εκβιάζουν τις κυβερνήσεις για να προωθούν επιχειρηματικά συμφέροντα. Μπορεί η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία να δημιούργησε εμπλοκές στην ομαλή ροή της διαπλοκής, αλλά σταδιακά αποκαθίσταται μία νέα ισορροπία. Η κυβέρνηση, με όπλο την εξουσία, προσπαθεί να δημιουργήσει το δικό της στρατόπεδο, στην πραγματικότητα τη δική της διαπλοκή, ενάντια στα διαπλεκόμενα συμφέροντα που την πολεμούν.

Οριζόντιες κοινοβουλευτικές ομάδες

Λόγω του μεταξύ τους ανταγωνισμού και των αυξημένων οικονομικών αναγκών τους τα κόμματα προσέτρεχαν πάντα στους μεγάλους οικονομικούς παράγοντες για χρηματοδότηση και στους μιντιάρχες για προβολή. Οι ισχυρότεροι εκ των ολιγαρχών, μάλιστα, διέθεταν κατά κάποιον τρόπο δικές τους οριζόντιες κοινοβουλευτικές ομάδες. Είχαν δημιουργήσει γύρω τους έναν κύκλο βουλευτών και αξιωματούχων κυρίως από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, τους οποίους είτε ενίσχυαν οικονομικά είτε προωθούσαν πολιτικά, καθιστώντας τους περισσότερο ή λιγότερο εξαρτημένα πρόσωπα.
Για να εκλεγεί κάποιος βουλευτής, έπρεπε να προβληθεί. Αυτό σήμαινε ότι έπρεπε αφενός να δαπανήσει από σημαντικά έως μεγάλα ποσά και αφετέρου να εξασφαλίσει την εύνοια κάποιων Μίντια, κυρίως τηλεοπτικών καναλιών. Και τα δύο οδηγούσαν στη διαμόρφωση σχέσεων εξάρτησης. Κατά κανόνα, οι υποψήφιοι κατέφευγαν σε αφανείς χρηματοδότες για να καλύψουν τα έξοδα και συχνά για να αντλήσουν ένα περίσσευμα για να ανεβάσουν το βιοτικό τους επίπεδο πάνω απ’ όσο τους επέτρεπαν τα νόμιμα εισοδήματά τους.
Επειδή κανείς επιχειρηματίας δεν χαρίζει χρήματα και κανείς μιντιάρχης δεν εξασφαλίζει προβολή χωρίς αντάλλαγμα, το αντίτιμο που πληρώνει ένας υποψήφιος βουλευτής είναι η υποθήκευση της πολιτικής του αυτονομίας. Εάν ο υποψήφιος εκλεγεί και κυρίως εάν αναλάβει καθήκοντα υπουργού ή υφυπουργού, συνήθως καλείται να αποσβέσει την επένδυση. Για την ακρίβεια, του ζητούν περισσότερο ή λιγότερο έκνομες εξυπηρετήσεις των συμφερόντων τους.
Αυτοί είναι οι άδηλοι αλλά σιδερένιοι κανόνες του παιχνιδιού. Η διαπλοκή αρχίζει να διαμορφώνεται από τα πρώτα βήματα και εξελίσσεται αναλόγως της τροχιάς που διαγράφει ένας πολιτικός. Όσο ψηλότερα στοχεύει, τόσο μεγαλύτερη ανάγκη έχει για οικονομική (από επιχειρηματίες) και πολιτική (από τα Μίντια) υποστήριξη. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι υποχρεώνεται να αναλάβει μεγαλύτερες δεσμεύσεις, γεγονός που εκ των πραγμάτων περιορίζει τα περιθώρια κινήσεών του, όταν κληθεί να ασκήσει εξουσία. Ο πολιτικός που θα ήθελε να αποφύγει τις εξαρτήσεις είναι δύσκολο να επιβιώσει.

Οι σιδερένιοι κανόνες

Η κατάρρευση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος και η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία προκάλεσε και σ’ αυτό το επίπεδο εμπλοκές. Η μεγάλη πλειονότητα των βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος εξελέγη, λόγω του ισχυρού κοινωνικού ρεύματος για αλλαγή. Πολλοί από αυτούς ήταν άγνωστοι και στην εκλογική τους περιφέρεια και εξασφάλισαν σταυρό, επειδή κυκλοφόρησε ότι είναι αξιόλογα κομματικά στελέχη.
Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, τα πράγματα αρχίζουν να παγιώνονται και να δημιουργούνται νέες σχέσεις και ισορροπίες. Προφανώς, επιβιώνουν αντιπαλότητες που έρχονται από το 2012 και το 2015, προφανώς υπάρχουν βουλευτές που δεν είναι διατεθειμένοι να ενδώσουν στον πειρασμό. Όσο, όμως, τα στελέχη της Κουμουνδούρου μετατρέπονται σε επαγγελματίες πολιτικούς, τόσο η εκλογή θα αναγορεύεται σε ζωτική ανάγκη. Και όσο αναγορεύεται τόσο οι εμπλεκόμενοι θα υποκύπτουν στους σιδερένιους νόμους του συστήματος ή σταδιακά θα εκβάλλονται από την κεντρική σκηνή.
Το αποτέλεσμα όλων αυτών των διεργασιών και συναλλαγών είναι η συνύφανση μιας νέας άρχουσας ελίτ. Η δυναμική είσοδος νέων προσώπων, όπως και η “θυσία” ορισμένων παραγόντων που μεσουράνησαν την προηγούμενη περίοδο στους κόλπους των αρχουσών ελίτ διαφοροποιεί, χωρίς να ανατρέπει, τη δομή εξουσίας, η οποία υπήρχε τις περασμένες δεκαετίες.
Η ασθένεια έχει κατά κόρον επισημανθεί, αλλά δεν έχουν ποτέ ληφθεί δραστικά μέτρα. Η διαπλοκή, άλλωστε, στο τρίγωνο πολιτικοί-Μίντια-κεφάλαιο ακολουθεί υπόγειες και ως εκ τούτου ανεξέλεγκτες διαδρομές. Είναι αληθές ότι η κυβέρνηση Τσίπρα τάραξε κάπως τα λιμνάζοντα ύδατα, χάλασε κάποια δίκτυα, έκανε κάποιους να χάσουν τον ύπνο τους και προκάλεσε φόβο σε περισσότερους. Υπάρχουν ενδείξεις, ωστόσο, ότι σταδιακά αρχίζει κι αυτή να βυθίζεται σε ίδιες, ή σε ανάλογες “αγκαλιές”.
Από το SLpress

Δευτέρα 6 Αυγούστου 2018

200 ώρες συναναστροφής αρκούν για να «χτιστεί» μια στενή φιλία

Ο αριθμός των πραγματικών φίλων μειώνεται διαχρονικά
200 ώρες συναναστροφής αρκούν για να «χτιστεί» μια στενή φιλία
Κοινή χρήση2
εκτύπωση  

Mπορεί ο αριθμός των γνωστών να αυξάνεται, αλλά οι πραγματικοί φίλοι λιγοστεύουν. Επίσης, οι φιλίες απαιτούν χρόνο, όχι πάντως τεράστιο, για να «χτιστούν», σύμφωνα με ανασκόπηση δεδομένων που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο Atlantic.
Ψυχολόγοι, ανθρωπολόγοι και άλλοι επιστήμονες μελέτησαν τη φιλία με νέες μεθόδους και κάτω από διαφορετικά πρίσματα, φωτίζοντάς την με ποικίλους τρόπους και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, η επιθυμία για στενότερη επαφή και για δημιουργία ψυχικών δεσμών είναι διάχυτη στους ανθρώπους.
Οι πάντες τριγυρνούν στον κόσμο ελπίζοντας ότι θα βρουν μια κατάλληλη φιλική συντροφιά.
Υπάρχει μια μεγάλη γκάμα στον αριθμό των γνωστών που έχει κανείς: το μέγεθος του δικτύου των κοινωνικών επαφών ενός ανθρώπου μπορεί να κυμαίνεται από 250 έως 5.500 ανθρώπους.
Όσον αφορά όχι απλώς τις γνωριμίες, αλλά τις φιλίες με την ευρύτερη έννοια, μια μελέτη -που χρησιμοποίησε τις αποστολές χριστουγεννιάτικων καρτών ως ένδειξη- εκτιμά ότι ο μέσος άνθρωπος έχει γύρω στους 120 ανθρώπους που θεωρεί ευρύτερα «φίλους» του.
Όμως, ο εσωτερικός κύκλος των φίλων είναι πολύ μικρότερος. Ο μέσος άνθρωπος εμπιστεύεται δέκα έως 20 ανθρώπους. Και -το ακόμη σημαντικότερο- ο αριθμός των πραγματικά έμπιστων φίλων, στους οποίους κάποιος θα εξομολογούνταν τα μυστικά, είναι σήμερα το πολύ δύο άνθρωποι. Έχει μάλιστα μειωθεί από το 1985, όταν ο μέσος άνθρωπος θεωρούσε ότι είχε τρεις πραγματικούς φίλους.
Με δεδομένο ότι, σύμφωνα με άλλες μελέτες, όσο πιο ισχυρούς κοινωνικούς δεσμούς και φίλους έχει κάποιος, τόσο αυξάνουν οι πιθανότητές του να ζήσει περισσότερα χρόνια, το γεγονός ότι οι πραγματικοί φίλοι σπανίζουν ολοένα περισσότερο, είναι μια αρνητική εξέλιξη για την υγεία και μακροζωία των ανθρώπων.
Οι επιστήμονες συμβουλεύουν τους ανθρώπους να μην παραμελούν και να μην περιφρονούν ακόμη και την πιο «ταπεινή» γνωριμία τους, η οποία μπορεί, άλλωστε, να εξελιχθεί σε πιο σοβαρή φιλία, αν δώσει κανείς τις κατάλληλες ευκαιρίες. Αλλά ακόμη κι αν κανείς περιορισθεί σε απλές φιλικές επαφές, χωρίς μεγαλύτερο βάθος, και αυτό έχει το όφελός του, λένε οι ψυχολόγοι.
Ρόλο-κλειδί για μια φιλία παίζει ο χρόνος που επενδύει κανείς. Κεραυνοβόλα φιλία -κατά τον κεραυνοβόλο έρωτα- δεν υπάρχει.
Μια πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου του Κάνσας δείχνει ότι κατά μέσο όρο χρειάζονται περίπου 50 ώρες συναναστροφής για να εξελιχθεί μια γνωριμία σε τυπική φιλία και άλλες 40 ώρες για να μετατραπεί σε αληθινή φιλία. Με γύρω στις 200 ώρες επαφών μεταξύ δύο ανθρώπων, μπορεί να αναπτυχθεί μια πραγματικά στενή φιλία.
Υπάρχει κάποιο μυστικό για την πραγματική φιλία;
Δεν νοείται, απαντούν οι επιστήμονες, αν οι φίλοι δεν ανοίγουν και δεν αποκαλύπτουν αμοιβαία τον εαυτό τους. Μετά το «άνοιγμα» αυτό, η έλξη μεγαλώνει, καθώς οι άνθρωποι έλκονται συνήθως προς αυτόν ή αυτήν στον οποίο ή στην οποία έχουν «ξεγυμνωθεί».
Από το Βήμα