Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

Η φούσκα των ιδιωτικών τραπεζών (από την ΕφΣυν)

Ο χαρακτηρισμός «αυτοδημιούργητος» έχει ακόμα και σήμερα -έπειτα από όλα όσα έχουν προηγηθεί και γνωρίζουν πλέον οι πολίτες- ένα απολύτως θετικό πρόσημο στην κοινή γνώμη. Πολλοί μάλιστα θεωρούν ότι πρέπει να αποδοθεί στο θαυματουργό «ελληνικό DNA» το γεγονός ότι κάποιοι συμπατριώτες μας βρέθηκαν ξαφνικά με τράπεζες, αμέτρητα καράβια, μονοπωλιακές επιχειρήσεις, τεράστιες εκτάσεις-φιλέτα κ.λπ.
Οχι μόνο οι απλοί πολίτες, αλλά ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και φυσικά τα ΜΜΕ αδρανούσαν ακόμα και όταν έβλεπαν μπροστά στα μάτια τους να αποκαλύπτεται ότι βραβευμένοι «επιχειρηματίες της χρονιάς» έδρασαν με αμφιλεγόμενες και παράνομες μεθόδους με στόχο την εξουσία, την επιρροή και τον υπέρογκο πλουτισμό. Η ομαδική αυταπάτη για τους «αυτοδημιούργητους» και τους «δαιμόνιους» έχει βαθιές ρίζες.
Πρώτο Θέμα: πάνω, Ιούνιος 2008 - κάτω, Ιούλιος 2012Πρώτο Θέμα: πάνω, Ιούνιος 2008 - κάτω, Ιούλιος 2012 | 
Και όμως, όλοι γνώριζαν και γνωρίζουν ότι για παράδειγμα ο ελληνόκτητος στόλος ήταν εκείνος που συστηματικά έσπαγε το εμπάργκο των χωρών του ΟΗΕ σε εμπόλεμες περιοχές ή σε χώρες που παραβίαζαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, ότι συχνά ελληνόκτητα πλοία-σαπάκια πιάνονται με λαθραία, απαγορευμένα και επικίνδυνα εμπορεύματα. Οτι λαθραία πετρέλαια και τα παράγωγά τους «τριγυρίζουν» μεταξύ διυλιστηρίων και καραβιών που αράζουν στον Αργοσαρωνικό. Οτι αγοράστηκαν για ένα κομμάτι ψωμί δημόσιες εκτάσεις-φιλέτα και δυναμικές επιχειρήσεις που στη συνέχεια πτώχευσαν. Οτι το ίδιο το Δημόσιο έφτανε να χρηματοδοτεί τις υποτιθέμενες μεγάλες τουριστικές μονάδες με δάνεια αέρα στους «επενδυτές».
Ποικίλοι επιχειρηματικοί κολοσσοί προκάλεσαν κάθε λογής φούσκες και έκαναν κάθε φορά το πολιτικό σύστημα και τους πολίτες να πέφτουν από τα σύννεφα, όταν αποκαλυπτόταν η μέθοδος ανάπτυξης και πλουτισμού τους.
Συνήθως, μάλιστα, δεν ήταν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους, αλλά κάποιος ανταγωνιστής επιχειρηματίας που φρόντιζε να ξεκινήσει το ξετύλιγμα του κουβαριού της απάτης.
Το σκάνδαλο Κοσκωτά άρχισε να αχνοφαίνεται, όταν ο Κίτσος Τεγόπουλος έβαλε κάτω και συνέκρινε τους ισολογισμούς και τα στοιχεία της τράπεζας και των εταιρειών του.
Ο ένας επιχειρηματίας αποκάλυπτε τις απάτες του άλλου και με την ανάλογη κάθε φορά πολιτική και μιντιακή υποστήριξη ή κατακραυγή. Βέβαια για να γίνονται όλα αυτά εφικτά χρειάστηκε πέρα από τα βολικά παράθυρα του νόμου να διαφθαρούν κυβερνητικοί αξιωματούχοι, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, δικαστικοί, αιρετοί και κάθε λογής υπηρεσιακοί παράγοντες όμως οι κατά καιρούς ποινές βάδιζαν και βαδίζουν πάντα αντιστρόφως ανάλογα από τον πάτο της πυραμίδας.
Ιδιόκτητες τράπεζες
Κάπως έτσι ξεκίνησε και η μόδα της «αυτοδημιούργητης» αγοράς και δημιουργίας τραπεζών. Το τρίτο σκέλος του γνωστού τριγώνουπολιτική- ΜΜΕ-τράπεζες, με την προσθήκη -κατά κανόνα- και μιας ισχυρής ΠΑΕ.
Οι αυτοδημιούργητοι και βραβευμένοι επιχειρηματίες και τραπεζίτες Κοσκωτάς - Λαυρεντιάδης - Βγενόπουλος είναι τρεις εμβληματικές περιπτώσεις με κοινά χαρακτηριστικά που απασχόλησαν την κοινή γνώμη, τα ΜΜΕ, το πολιτικό προσωπικό και τη Δικαιοσύνη.
Μέχρι στιγμής, αν και έχουν περάσει δεκαετίες για κάθε μία από αυτές τις δύσοσμες υποθέσεις, μόνο στην περίπτωση του Κοσκωτά η Δικαιοσύνη έφτασε την υπόθεση έως το τέλος.
Οι υποθέσεις του Λ. Λαυρεντιάδη και του συνεταίρου φυγόδικου Π. Κυριακίδη λιμνάζουν ακόμα στα δικαστήρια. Η υπόθεση Βγενόπουλου μπαινόβγαινε στο αρχείο, εισαγγελείς ελέγχονται πειθαρχικά, ενώ ο οικονομικός εισαγγελέας που τώρα χειρίζεται την υπόθεση δεν έχει ολοκληρώσει τη δικογραφία.
Σωρός τα πορίσματα και οι αποκαλυπτικοί οικονομικοί έλεγχοι, αλλά εξαιρετικά αργοί οι ρυθμοί της δικαιοσύνης.
Οι πρωταγωνιστές και οι εμπλεκόμενοι στην τραπεζική φούσκα που συμπαρέσυρε την οικονομία της χώρας και αύξησε το χρέος με τις ανάγκες για συνεχείς αναχρηματοδοτήσεις όλων των «τρεμάμενων» τραπεζών με τα επισφαλή δάνεια, την κακοδιαχείριση και τη διαρροή κεφαλαίων στο εξωτερικό είναι φυσικά πολλοί περισσότεροι.
Η Τράπεζα Κρήτης, η Proton Bank και η Marfin Bank σύμφωνα με όσα προέκυψαν από δικαστικές και κοινοβουλευτικές διαδικασίες και δημοσιογραφικές αποκαλύψεις, πρακτικά ήταν ανεξέλεγκτες ή ελέγχονταν από «έμπιστους» ορκωτούς και με τον εκάστοτε διοικητή της ΤτΕ να γυρίζει... αλλού το βλέμμα του.
Με τη βοήθεια νόμων που αθώωναν προκαταβολικά τα τραπεζικά στελέχη, με τα νομιμοφανή μετοχοδάνεια και τις αμφίδρομες διαδρομές του χρήματος μεταξύ εταιρειών και τραπεζών που ανήκαν στα ίδια πρόσωπα πορεύτηκαν οι επιφανείς επιχειρηματίες μέχρι που η «μπάνκα» τινάχτηκε στον αέρα!
33,5 δισεκατομμύρια δραχμές η ζημιά από την Τράπεζα Κρήτης
Γιώργος Κοσκωτάς
 Σε ηλικία 25 ετών, επί κυβέρνησης Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο Γιώργος Κοσκωτάς έγινε διευθυντής Συναλλάγματος στην Τράπεζα Κρήτης. Το 1982 αγοράζει τον εκδοτικό οργανισμό Γραμμή Α.Ε. και δύο χρόνια αργότερα αγοράζει αρχικά το 56% και στη συνέχεια το 82% της Τράπεζας Κρήτης.
  Αναγνωρισμένος και βραβευμένος επιχειρηματίας με πολλαπλές σχέσεις και επαφές με πολιτικούς και των δύο κομμάτων, αλλά και με το οικονομικό κατεστημένο της χώρας.
  Προσπάθησε να αγοράσει το 1986 και την Τράπεζα Κεντρικής Ελλάδας, αλλά η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ που είχε επενδύσει στην καλή σχέση με τον «αυτοδημιούργητο» εκδότη δεν το επέτρεψε (και) αυτό. Η ενίσχυση της Τράπεζας Κρήτης από ορισμένες ΔΕΚΟ αλλά και οι ευνοϊκοί όροι που εξασφάλιζε ο Κοσκωτάς στους πελάτες του «αβγάτισαν» τις καταθέσεις στην Τράπεζα Κρήτης.
 Ο Γ. Κοσκωτάς εκτός από τη Γραμμή Α.Ε. αγόρασε τη «Βραδυνή», την «Εβδόμη» και την «Καθημερινή» από την Ελένη Βλάχου το 1986, δημιουργώντας έναν εκδοτικό κολοσσό.
 Το 1987 αγόρασε τον Ολυμπιακό.
 Η φούσκα άρχισε να αποκαλύπτεται όταν οι άλλοι εκδοτικοί όμιλοι ένιωσαν την απειλή, οπότε και ξεκίνησε η ενδελεχής δημοσιογραφική έρευνα και στη συνέχεια η «πτώση από τα σύννεφα»!
Τα χρήματα που αφειδώς ξόδευε ο μεγαλοεκδότης και τραπεζίτης ήταν τελικά προϊόντα ύποπτων συναλλαγών. Πλαστογραφίες, φορολογικά αδικήματα, παράνομη εξαγωγή συναλλάγματος.
Αρχικά η κυβέρνηση αρνήθηκε να κινήσει διαδικασίες για πλήρη φορολογικό έλεγχο της τράπεζας Κρήτης μέχρι που ο Ανδρέας Παπανδρέου κάτω από το βάρος του αναδυόμενου σκανδάλου έδωσε την εντολή. Τα ευρήματα του επιτρόπου ήταν κόλαφος, ενώ η συνολική υπεξαίρεση από την Τράπεζα Κρήτης έφτανε τα 33,5 δισ. δραχμές.
Η υπεξαίρεση των καταθέσεων είχε ξεκινήσει από την εποχή που ήταν υπάλληλος στην Τράπεζα. Με τα χρήματα αυτά αγόρασε όλες τις επιχειρήσεις του δωροδοκώντας παράλληλα μεγάλη γκάμα επωνύμων, αξιωματούχων, υπηρεσιακών παραγόντων.
 Ο Κοσκωτάς μετά την αποκάλυψη της απάτης πούλησε εσπευσμένα την Τράπεζα Κρήτης στους εργολάβους Χρήστο Αρφάνη και Νίκο Χιώνη, τη «Γραμμή Α.Ε.» στον εφοπλιστή Γιάννη Αλαφούζο και την ΠΑΕ Ολυμπιακός στον επιχειρηματία Αργύρη Σαλιαρέλη που τον βοήθησε να διαφύγει στις ΗΠΑ, όπου συνελήφθη και κρατήθηκε στις φυλακές του Σάλεμ. Εκεί έδωσε κατάθεση στους Ελληνες βουλευτές, μέλη της προανακριτικής, που στη συνέχεια συνέταξαν το κατηγορητήριο για τον Α. Παπανδρέου και τους υπουργούς του ΠΑΣΟΚ.
 Εκδόθηκε στην Ελλάδα το 1991. Καταδικάστηκε σε 25ετή κάθειρξη και αποφυλακίστηκε το 2001, έχοντας εκτίσει τα 3/5 της ποινής του. Σύμφωνα με σχετικά δημοσιεύματα, ο Κοσκωτάς δεν επέστρεψε ποτέ τα δισεκατομμύρια που καταχράστηκε, καθώς δεν υπήρχε ακόμα νόμος για την επιστροφή στο Δημόσιο χρημάτων από υπεξαιρέσεις.
Από τη μικρή φαρμακευτική στα ανεξέλεγκτα επιχειρηματικά δάνεια της Proton Bank
Λ. Λαυρεντιάδης
 Το 1990, σε ηλικία 18 ετών, ο Λ. Λαυρεντιάδης μετά τον θάνατο του πατέρα του, αναλαμβάνει να διευθύνει μια επιχείρηση παραγωγής πετροχημικών (Νεοχημική) με 24 υπαλλήλους, ενώ λίγο αργότερα νοσεί από μια χρόνια ασθένεια. Ηταν στενός φίλος με τον εκδότη θρησκευτικών βιβλίων Π. Κυριακίδη, με τον οποίο συνεργάστηκε σε διάφορες εταιρείες αλλά κυρίως στις εκδοτικές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα του 2012: ρεπορτάζ του «BHMΑgazino», σειρά δημοσιευμάτων της «Ελευθεροτυπίας», έρευνες της Αριστέας Μπουγάτσου, του «Ιού της Κυριακής» (στο iospress.gr και στην «Εφ.Συν.») κ.λπ., ο Λ. Λαυρεντιάδης, ακολουθώντας την τακτική των επιθετικών εξαγορών (κυρίως στα Βαλκάνια και στις πρώην ανατολικές χώρες) επέκτεινε τη Νεοχημική (την οποία στη συνέχεια κατάφερε να πουλήσει 700 εκατ. σε ισχυρό αμερικανικό fund και να την ξαναγοράσει στη συνέχεια -ως ζημιογόνα- έναντι 200 εκατ. αποκομίζοντας συνολικά από την αγοραπωλησία αυτή περίπου 500 εκατ.).
Ιδρυσε (το 2007) τη φαρμακευτική εταιρεία Alapis, την οποία με ανάλογες μεθόδους εξαγορών κατέστησε μία από τις μεγαλύτερες φαρμακευτικές της Ελλάδας μέχρι την κατάρρευση και πτώχευσή της. Με τον ίδιο τρόπο το δίδυμο (Κυριακίδη - Λαυρεντιάδη) εξαγόρασε πολύ φτηνά δεκάδες ΜΜΕ.
 Τον Δεκέμβριο του 2009 ο Λαυρέντης Λαυρεντιάδης απέκτησε το 31,3% των μετοχών της τράπεζας Proton Bank (αφού δεν ολοκληρώθηκε το 2008 η συγχώνευση με την Τράπεζα Πειραιώς). Από εκείνη την περίοδο μέχρι και τον Μάρτιο του 2011 υπήρξε αύξηση 70,7% στα επιχειρηματικά δάνεια που χορήγησε η τράπεζα, αύξηση που αντιστοιχούσε σε 806.979 εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα και με μηνυτήρια αναφορά που κατατέθηκε το 2012.
 Το βούλευμα 3680/2011 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών είχε εντοπίσει προβλήματα νομιμότητας στη σχέση των εταιρειών του Π. Κυριακίδη με εκείνες του Λ. Λαυρεντιάδη«Από την προκαταρκτική εξέταση που διενεργήσαμε, προέκυψαν τα ακόλουθα: ο Λ. Λαυρεντιάδης ήταν πρόεδρος μέχρι την 31/1/2011 της τράπεζας Proton Bank [και μαζί με τα άλλα εκτελεστικά μέλη του Δ.Σ.] μέλος της Επιτροπής Πιστοδοτήσεων. Μέσα στο προαναφερθέν χρονικό διάστημα, με κοινό δόλο και εκμεταλλευόμενοι τη θέση τους στην Proton Bank, χορήγησαν σε εταιρείες άμεσα ή έμμεσα ελεγχόμενες από τον Λ. Λαυρεντιάδη δάνεια εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ (701.220.000), χωρίς τις απαιτούμενες διασφαλίσεις, χωρίς εγγυήσεις και με εξαιρετικά υψηλό πιστωτικό κίνδυνο, με συνέπεια να απειληθεί και υποστεί περιουσιακή ζημία η τράπεζα. Για να επιτύχουν τον σκοπό τους αυτό, ενεργώντας με δόλο, απέκρυψαν από τις εποπτικές αρχές και τους μετόχους της άνω τράπεζας το γεγονός ότι τα χορηγούμενα δάνεια δίνονταν σε εταιρείες που συνδέονταν άμεσα ή έμμεσα με τον Λ. Λαυρεντιάδη, δηλαδή απέκρυπταν τον ενιαίο πιστωτικό κίνδυνο».
 Τον Οκτώβρη του 2011 ιδρύεται η νέα Proton Τράπεζα Α.Ε. ενώ τον Νοέμβριο του 2011, η τράπεζα ζητάει κεφαλαιακή ενίσχυση από την Ελληνική Κυβέρνηση και εντάσσεται στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ).
Στο πλαίσιο της εξυγίανσης στη νέα τράπεζα μεταφέρθηκε το σύνολο των καταθέσεων (ιδιωτών, τραπεζών και Δημοσίου) και το υγιές ενεργητικό (χαρτοφυλάκια δανείων και τίτλων) της παλιάς Proton Bank. Στις 23 Ιανουαρίου 2012 η παλαιά Proton Bank κατέθεσε μήνυση κατά του επιχειρηματία Λαυρέντη Λαυρεντιάδη και άλλων έξι μελών του Διοικητικού Συμβουλίου που ζημίωσαν την τράπεζα με επισφαλή δάνεια.
 Από τις 26/10/2012, το ΤΧΣ που αποτελούσε πλέον τον κύριο μέτοχο της νέας τράπεζας, απαγόρευσε κάθε μεταβολή της περιουσίας του εκδοτικού ομίλου Λαυρεντιάδη - Κυριακίδη (ΝΕΠ Εκδόσεις Α.Ε.).
Οι εκδοτικές εταιρείες δανειοδοτήθηκαν από την Proton του Λ. Λαυρεντιάδη με ποσά που ξεπερνούσαν τα 60 εκατ. ευρώ, ενώ τα σήματα της «Espresso», της «Espresso της Κυριακής» και άλλα πέντε παραχωρήθηκαν σε παρένθετη κυπριακή εταιρεία αντί του ποσού των 1.000 ευρώ!
Το δικαστήριο χορήγησε αυθημερόν την προσωρινή διαταγή, με την οποία έγινε δεκτό το αίτημα της Νέας Proton Τράπεζας Α.Ε., αλλά «συμπτωματικά» την ίδια ημέρα μέσω παρένθετης κυπριακής εταιρείας τα σήματα παραχωρήθηκαν στη Δημοκρατικός Τύπος Α.Ε. (του Γ. Φιλιππάκη). Τα σήματα άλλαξαν εύκολα χέρια χάρη στον ειδικό νέο Νόμο την ίδια ημέρα που τέθηκε σε ισχύ («Εφ.Συν.», 24/12/2012, Πώς άλλαξε χέρια η εφημερίδα «Espresso»).
 Ο Λ. Λαυρεντιάδης είχε αγοράσει το 10% της Θρύλος Α.Ε. και το 50% του γηπέδου «Καραϊσκάκη».
 Στα χέρια των οικονομικών εισαγγελέων βρίσκεται από το 2013 και το «ξεχασμένο» πόρισμα του αντεισαγγελέα Πρωτοδικών, Γιώργου Καλούδη, «για τις διαδικασίες πώλησης της Proton Bank, τον Δεκέμβριο του 2009 από την Τράπεζα Πειραιώς στον Λαυρέντη Λαυρεντιάδη».
 Με συνεχείς αναβολές ξεκίνησε στις 4/12 η δίκη για την υπόθεση των επισφαλών δανείων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Ο Λ. Λαυρεντιάδης εκτός του ανοιχτού δικαστικού μετώπου με τα επισφαλή δάνεια της Proton Bank, κατηγορείται στην υπόθεση του Τ.Τ. για άμεση συνέργεια σε απιστία και ξέπλυμα μαύρου χρήματος σχετικά με δάνειο 100 εκατ. ευρώ.
Δάνεια σχεδόν 4 δισ. ευρώ με χαριστικούς όρους δόθηκαν, από τη Marfin, σε φίλους και συνεργάτες
Α. Βγενόπουλου
«Ο αυτοδημιούργητος επιχειρηματίας δημιούργησε μία από τις κορυφαίες εταιρικές αυτοκρατορίες της Ελλάδας μεταξύ των οποίων μια μεγάλη τράπεζα στην Κύπρο από την οποία και ξεκίνησε να ξετυλίγεται το κουβάρι. Το 2010, η εταιρεία Marfin Investment Group (MIG) του Α. Βγενόπουλου -που διαχειρίζεται το σύνολο των μετοχών της Ολυμπιακής καθώς και την πλειοψηφία των μετοχών και τον πλήρη έλεγχο της εταιρείας τροφίμων Vivartia- έχασε 1,8 δισ. ευρώ. Υπάρχει ένα αστείο στην Αθήνα ότι τα αρχικά του MIG είναι “Money Is Gone” (το χρήμα έφυγε)» (ρεπορτάζ Reuters 13/6/2012).
 O Aνδρέας Βγενόπουλος ήταν Ελληνας επιχειρηματίας και δικηγόρος. Εκτελεστικός πρόεδρος στον όμιλο Marfin Investment Group και αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του «Υγεία Α.Ε.». Ιδρυσε τη Marfin Group το 1998, εστιάζοντας σε επενδύσεις στον τραπεζικό τομέα.
Το 2006, η βάση της εταιρείας μετακινήθηκε στην Κύπρο και με συγχωνεύσεις δημιούργησε τη Marfin Popular Bank.
Το 2007 προχώρησε σε διάσπαση όλων των μη τραπεζικών του επιχειρήσεων, τις οποίες και ενέταξε στη MIG. Στη συνέχεια οργάνωσε μια δημόσια εγγραφή ύψους 5,1 δισ. ευρώ για την εισηγμένη στο Χ.Α. MIG, μειώνοντας το ποσοστό της Marfin Bank στην εταιρεία από το 97% στο 6,5%. Τότε διαχωρίστηκε η MIG από τη Marfin.
 Τη θέση του εκτελεστικού προέδρου ανέλαβε τον Ιούνιο του 2008. Τελικά τον Ιούλιο του 2016 και αφού είχαν ήδη ξεσπάσει οι αλυσιδωτές υποθέσεις των επισφαλών δανείων και της καταστροφικής εξέλιξης στη Λαϊκή Τράπεζα Κύπρου, το Δ.Σ. της MIG αποφάσισε να αποπέμψει τον Ανδρέα Βγενόπουλο από τη θέση του προέδρου. Παρέμεινε απλό –μη εκτελεστικό– μέλος ενώ η τράπεζα είχε πλέον περάσει στο ΤΧΣ.
 Τα πρώτα σύννεφα για τις δραστηριότητες Βγενόπουλου προέκυψαν από την εξεταστική Επιτροπής της Βουλής για το Βατοπέδι καθότι η Marfin - Λαϊκή Τράπεζα (Κύπρου) ήταν ο κύριος χρηματοδότης των μοναχών του Βατοπεδίου στις διάφορες αγοραπωλησίες δημοσίων εκτάσεων και κτιρίων με ιδιαίτερα «φιλικούς» όρους, ενώ στη συνέχεια οι μοναχοί φέρονται να αγόρασαν μετοχές της MIG (και του ΟΤΕ πριν πωληθεί) αξίας πάνω από 100 εκατ. ευρώ. Προέκυψαν σοβαρές ενδείξεις για «σύγκρουση συμφερόντων» σχετικά με το πώς εκδόθηκαν τραπεζικά δάνεια της Marfin για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων της MIG και των στελεχών της.
 Τον Οκτώβριο του 2010 κατατέθηκε στον πρόεδρο του Αρείου Πάγου Γ. Καλαμίδα αναφορά από την Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής για το σκάνδαλο Βατοπεδίου με την οποία καταγγελλόταν η ανάδειξη του παράπλευρου σκανδάλου Βγενόπουλου-Marfin- MIG. Η δραστηριότητα του κ. MIG μπήκε στο στόχαστρο όχι μόνο της ελληνικής Δικαιοσύνης, που ασχολήθηκε με την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της MIG το 2011, αλλά και της κυπριακής. Εφοδοι οικονομικών αρχών, κατάσχεση στοιχείων και άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος του Α. Βγενόπουλου για φοροδιαφυγή και ξέπλυμα βρόμικου χρήματος.
Σύμφωνα με υπόμνημα του πρώην βουλευτή και προέδρου της εξεταστικής για το Βατοπέδι Δ. Τσιρώνη, που εστάλη στην εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και στον οικονομικό εισαγγελέα κ. Δραγάτση που διερευνά την υπόθεση:
«Το αποτέλεσμα αυτών των “ατυχών” χειρισμών είναι ότι μέχρι σήμερα το οικονομικό έγκλημα του Ομίλου Marfin μέσω του οποίου δάνεια άνω των €3 δισ. (σχεδόν 4 δισ.) δόθηκαν με χαριστικούς όρους σε φίλους και συνεργάτες (επιχειρηματίες και εφοπλιστές) του Βγενόπουλου να παραμένει σε εκκρεμότητα στην Ελλάδα επί σειρά ετών μέσα από δαιδαλώδεις και ατέρμονες δικαστικές διαδικασίες. Αντίθετα στην Κύπρο για τα ίδια αδικήματα, πολλοί από τους εμπλεκόμενους και συναυτουργούς έχουν ήδη υποστεί βαρύτατες ποινικές κυρώσεις. Η χαρακτηριστική απροθυμία της ελληνικής δικαιοσύνης να προβεί στη διεξοδική και διαφανή διερεύνηση όλων των πτυχών της υπόθεσης αποκαλύφθηκε μέσω της σκανδαλώδους διαδικασίας που ακολουθήθηκε έως ότου το 2016 να μπει η υπόθεση στο αρχείο από την εισαγγελέα Γ. Τσατάνη και να ανασυρθεί στη συνέχεια από την Εισαγγελέα του Α.Π.».
Σύμφωνα με όλα όσα έχουν δει το φως της δημοσιότητας από τότε που ξέσπασε στο σύνολο του Τύπου το σκάνδαλο Βγενόπουλου η «καταλήστευση» των καταθέσεων της Λαϊκής Τράπεζας Κύπρου (πρώην Marfin Popular Bank) έγινε μέσω μετοχοδανείων που χορηγήθηκαν αφειδώς μεταξύ άλλων και σε εταιρείες εφοπλιστών που αποτέλεσαν τους βασικούς συνεργάτες του Βγενόπουλου και συνιδιοκτήτες στις εταιρείες MIG και IRF.
Ο ρόλος του εφοπλιστή Θ. Βενιάμη και μεγαλομετόχου της MIG και του IRF υπογραμμίστηκε σε δημοσίευμα της εφημερίδας το «Το Ποντίκι» (17/5/2018) με τίτλο «Στον αφρό τα θαλασσοδάνεια του εφοπλιστή Βενιάμη» ενώ όπως γράφει στο βιβλίο του ο πρώην διοικητής του ΟΤΕ Π. Βουρλούμης υπήρχε «συμμορία συγκεκριμένων εφοπλιστών που ήταν μεγαλομέτοχοι της MIG και του IRF» που έδρασαν στο ξεπούλημα του ΟΤΕ.
Σε εφοπλίστρια που επίσης συνεργάστηκε με τον Α. Βγενόπουλο δεσμεύτηκαν πρόσφατα τα περιουσιακά στοιχεία, οι λογαριασμοί και οι θυρίδες 2 χρόνια μετά την άσκηση της ποινικής της δίωξης για τις δανειοδοτήσεις του IRF Fund από την Τράπεζα Marfin.
 Σχετικά με την εμπλοκή του στα ΜΜΕ ο Α. Βγενόπουλος δεν αποκάλυψε ποια ΜΜΕ χρηματοδότησε, αναφερόμενος σε απλές «χορηγίες». Ωστόσο ο τρόπος που πολλά ΜΜΕ κυνηγούσαν την κάθε του δήλωση, διάψευση ή ακόμα και απειλή ήταν χαρακτηριστικός.
 Τον Ιανουάριο του 2008 σκόπευσε μέσω της πολυμετοχικότητας να εξαγοράσει την ΠΑΕ Παναθηναϊκός.
 Μετά τον θάνατό του, όπως έγινε γνωστό, η σύζυγός του πούλησε πολύ γρήγορα τα επτά καράβια που ήταν στην κατοχή του με υπολογιζόμενο αντίτιμο 120 εκατ. δολάρια.
Η MIG κατέβαλε στην Κυπριακή Δημοκρατία 5 εκατομμύρια ευρώ
Σύμφωνα με πρόσφατο δημοσίευμα της «Καθημερινής» (Κύπρου) (6/12) ο γ. εισαγγελέας δήλωσε ότι: Η MIG κατέβαλε στην Κυπριακή Δημοκρατία το ποσό των 5 εκατ. ευρώ.
Η Κύπρος κέρδισε την υπόθεση προσφυγής της MIG εναντίον της στο συγκεκριμένο Δικαστήριο, ενώ το Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο είχε επιδικάσει ως δικηγορικά έξοδα υπέρ της Κύπρου το εν λόγω ποσό.
Το Δικαστήριο δικαίωσε πλήρως τις θέσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας στην προσφυγή της MIG, του Α. Βγενόπουλου και άλλων 19 φυσικών και νομικών προσώπων από την Ελλάδα με την οποία διεκδικούσαν αποζημιώσεις ύψους 1,05 δισ. ευρώ σε σχέση με καταλογιζόμενες παραβιάσεις προνοιών της μεταξύ Ελλάδος και Κύπρου Διακρατικής Σύμβασης για Αμοιβαία Προστασία των Επενδύσεων, αναφορικά με την πρώην Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου