Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

Βραδυφλεγής βόμβα η ανεργία

Σε μάστιγα της ευρωπαϊκής εργατικής τάξης, αλλά και μείζον οικονομικό και κοινωνικό πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ενωσης εξελίσσεται η μακροπρόθεσμη ανεργία.
Σύμφωνα με μελέτη του γερμανικού ιδρύματος Bertelsmann Stiftung, ένας στους δύο ανέργους στην Ευρωπαϊκή Ενωση παραμένει σήμερα εκτός αγοράς εργασίας για περισσότερο από δώδεκα μήνες και χαρακτηρίζεται μακροχρόνια άνεργος.
Από το σύνολο των 22 εκατομμυρίων ανέργων της Ευρωπαϊκής Ενωσης στα τέλη του 2015, τα 11 εκατομμύρια δεν είχαν δουλειά για περισσότερο από έναν χρόνο, αριθμός διπλάσιος σε σχέση με το 2008.
Ακόμη χειρότερα, το 1/3 του συνόλου των ανέργων ήταν χωρίς δουλειά για περισσότερο από δύο χρόνια.
«Η μακροπρόθεσμη ανεργία εξελίσσεται σε μαζικό φαινόμενο σε συγκεκριμένες χώρες της Ε.Ε. και αποτελεί απειλή για την οικονομική ανάκαμψη της Ευρώπης»προειδοποιεί ο Aart De Geus, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Εκτελεστικού Συμβουλίου του Bertelsmann Stiftung, συμπληρώνοντας ότι η αύξησή της «δεν επηρεάζει μόνο τα δημόσια οικονομικά, αλλά και τους ανθρώπους που αφήνονται χωρίς προοπτικές για πολύ καιρό και χάνουν την πίστη τους στις κυβερνήσεις και την οικονομία της αγοράς».
Η κατάσταση είναι πιο δραματική στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου σε σχέση με τον Βορρά. Η Ελλάδα διατηρεί μακράν τα πρωτεία, καθώς το 18% του εργατικού της δυναμικού είναι μακροχρόνια άνεργοι.
Εξίσου υψηλά ποσοστά μακροπρόθεσμης ανεργίας έχουν η Ισπανία (11%) και η Κροατία (10,4%).
Τα ποσοστά αυτών των χωρών είναι πολύ μακριά από τον αντίστοιχο μέσο όρο 4,3% της Ε.Ε. και ακόμη πιο μακριά από τη μακροπρόθεσμη ανεργία που εμφανίζουν Βρετανία, Σουηδία και Λουξεμβούργο (1,5%-1,6%).
Αξίζει να σημειωθεί ακόμη ότι ενώ η μακροπρόθεσμη ανεργία χτυπά συνήθως τους εργαζόμενους που έχουν χαμηλή κατάρτιση και δεξιότητες, στην Ελλάδα, την Ισπανία και την Κροατία έχει επηρεάσει και τους μεσαίων δεξιοτήτων εργαζόμενους (πάνω από το 10% αυτών είναι μακροπρόθεσμα άνεργοι) αλλά και τους υψηλά καταρτισμένους (περισσότερο από το 5%).
Η μελέτη διαπιστώνει ακόμη ότι μία από τις βασικές αιτίες της ευρωπαϊκής κρίσης απασχόλησης είναι οι επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής και οικονομικής κρίσης του 2008 στις αγορές εργασίας των χωρών του Νότου.
Η κρίση ανέδειξε σοβαρή διαρθρωτική αδυναμία στα οικονομικά μοντέλα των χωρών αυτών. Ετσι, παρά τη σημαντική μείωση των πραγματικών μισθών και τις εκτεταμένες μεταρρυθμίσεις στις αγορές εργασίας των περισσότερων χωρών, η ανάκαμψη της απασχόλησης ήταν πολύ αδύναμη και ανεπαρκής για τη μείωση της μακροπρόθεσμης ανεργίας.
Ενας λόγος, σύμφωνα πάντα με την έκθεση του ιδρύματος Bertelsmann, είναι η αυξανόμενη δυσαναλογία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης εργασίας.
Τομείς όπως οι κατασκευές και η βιομηχανία χτυπήθηκαν άγρια από την κρίση.
Οι εργάτες που απολύθηκαν από αυτούς τους κλάδους δεν διέθεταν όμως τις αναγκαίες δεξιότητες για να βρουν εργασία σε κάποιον άλλον τομέα, ενώ η επανεκπαίδευση και κατάρτισή τους αποδείχθηκαν σπάνια αγαθά γι’ αυτές τις χώρες.
Πέρα όμως από αυτές τις εγγενείς αδυναμίες, τον καθοριστικότερο ίσως παράγοντα στη μεγέθυνση της μακροχρόνιας ανεργίας στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου έπαιξαν οι άνισες πολιτικές λιτότητας που επιβλήθηκαν στην Ε.Ε.
Η λιτότητα και η υποανάπτυξη που αυτή παρήγαγε αποτέλεσαν καθοριστικό παράγοντα ανόδου της μακροπρόθεσμης ανεργίας και είχαν αποτέλεσμα τη μεγέθυνση του κοινωνικού αποκλεισμού και της φτώχειας.
Η μακροχρόνια ανεργία δημιουργεί, όπως παρατηρεί η μελέτη, υψηλό κόστος για τα άτομα και την κοινωνία, ακυρώνει ανθρώπινο κεφάλαιο και επενδύσεις σε εκπαίδευση, ενώ τα συρρικνούμενα ποσοστά απασχόλησης μειώνουν την αποτελεσματικότητα της αγοράς και την αναπτυξιακή δυναμική μιας οικονομίας.
Η μελέτη διαπίστωσε ακόμη ότι τα επιδόματα ανεργίας σε ορισμένες χώρες με υψηλά ποσοστά μακροχρόνιας ανεργίας ήταν πάρα πολύ χαμηλά.
Επίσης, οι απαιτητικές συνθήκες επιλεξιμότητας οδήγησαν σε χαμηλή κάλυψη μεταξύ των μακροχρόνια ανέργων, με αποτέλεσμα περισσότερο από το 80% των μακροχρόνια ανέργων σε Ελλάδα, Τσεχία, Λιθουανία, Βουλγαρία, Κροατία, Πολωνία, Σλοβακία και Ρουμανία να μη λαμβάνουν επίδομα ανεργίας.
Καθώς ο κίνδυνος παγίωσης της υψηλής μακροχρόνιας ανεργίας στην Ε.Ε., εξαιτίας των άνισων πολιτικών λιτότητας, μεγεθύνεται, το αίτημα για αύξηση της προσφοράς εργασίας από τους εργοδότες και υιοθέτηση αναπτυξιακών πολιτικών προβάλλει εύλογο.
Η μελέτη συστήνει ένα μείγμα επενδύσεων προσανατολισμένων στην ανάπτυξη και ενεργών πολιτικών στην αγορά εργασίας.
Τονίζει ότι οι δαπάνες σε ενεργές πολιτικές της αγοράς εργασίας -όπως οι υπηρεσίες διαμεσολάβησης, η επαγγελματική κατάρτιση, τα κίνητρα προσλήψεων για τις επιχειρήσεις- είναι πολύ χαμηλές, ειδικά σε χώρες με υψηλή μακροπρόθεσμη ανεργία, και μειώθηκαν ακόμα περισσότερο λόγω της πολιτικής λιτότητας των τελευταίων ετών.
Χωρίς αυτήν την υποστήριξη -προειδοποιεί- υπάρχουν ελάχιστες προοπτικές να μειωθεί η μακροπρόθεσμη ανεργία.
Η δημιουργία αποτελεσματικών δημόσιων υπηρεσιών απασχόλησης που να υποστηρίζουν όσους ψάχνουν για δουλειά είναι αναγκαία, καταλήγει η έκθεση.
Από την ΕφΣυν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου