Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

«Το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα βοηθά στην εκρίζωση της φτώχειας»

gouria.jpg

Ανχελ ΓκουρίαΟ γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ λέει ότι «η πλέον επείγουσα πολιτική είναι η καταπολέμηση της φτώχειας και της ανισότητας»
Τον δρόμο των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, της αντιμετώπισης της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, αλλά και της αντιμετώπισης της ακραίας φτώχειας, δείχνει ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ στην αποκλειστική συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών».
Ο Ανχελ Γκουρία χαρακτηρίζει αναγκαία και θετική την παρούσα ασφαλιστική μεταρρύθμιση, ενώ ως προς το χρέος προκρίνει την επιμήκυνση της ωρίμασής του, αλλά και τη μείωση των επιτοκίων και τη μετατροπή τους από κυμαινόμενα σε σταθερά.
• Μετά από έξι χρόνια ύφεσης στην Ελλάδα, το ΑΕΠ έχει μειωθεί κατά 25% και ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν στη φτώχεια έχει εκτοξευτεί στα ύψη. Πώς μπορούμε να προστατεύσουμε τα πιο ευάλωτα στρώματα;
Πιστεύω πως, εκτός των μεταρρυθμίσεων για την τόνωση της ανάπτυξης, η πλέον επείγουσα και πιεστική πολιτική είναι η καταπολέμηση της φτώχειας και της ανισότητας. Σε μια κατάσταση όπου οι δημοσιονομικοί περιορισμοί παραμένουν σφιχτοί, θα απαιτηθούν έξυπνες πολιτικές, οι οποίες θα εξοικονομούν πόρους από τον δημόσιο τομέα, βελτιώνοντας την αποτελεσματικότητα των κοινωνικών δαπανών και εγκαθιδρύοντας καθαρές προτεραιότητες για τις πολιτικές δράσεις.
Επιπλέον, είναι σημαντικό στη λήψη των αποφάσεων να λάβουμε υπόψη μας τις πρόσφατες αλλαγές. Για παράδειγμα, το προφίλ της φτώχειας έχει αλλάξει την τελευταία δεκαετία: η παιδική φτώχεια έχει αυξηθεί, ενώ η φτώχεια των ηλικιωμένων συνεχίζει να δείχνει μια φθίνουσα πορεία. Αυτές οι αλλαγές πρέπει να αντανακλώνται πλήρως στα κοινωνικά προγράμματα της χώρας.
• Τι θα μπορούσε να γίνει;
Υπάρχουν πολλά εργαλεία που θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα χρήσιμα για την αποτελεσματική προστασία των πιο ευάλωτων. Πρώτον, το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα θα βοηθούσε στο να ξεριζωθεί η ακραία φτώχεια. Δεύτερον, μαζί με την πρόσφατη μεταρρύθμιση των οικογενειακών επιδομάτων, η παροχή σε είδος, όπως το πρόγραμμα γευμάτων για παιδιά στα σχολεία, θα μπορούσε να υποστηρίξει τις φτωχές οικογένειες. Τρίτον, τα προβλήματα έλλειψης στέγης και στέγασης των φτωχών έχουν αυξηθεί δραματικά στη διάρκεια της κρίσης. Ενα καλά στοχευμένο πρόγραμμα βοήθειας για στέγαση αποτελεί, επίσης, προτεραιότητα.
• Τα τελευταία χρόνια έχουν ψηφιστεί νόμοι που αυξάνουν τα όρια συνταξιοδότησης, αυξάνουν τις εισφορές για την περίθαλψη και δυσκολεύουν αφάνταστα την πρόωρη συνταξιοδότηση. Προωθείται, επίσης, η συγχώνευση των ασφαλιστικών ταμείων σε ένα και η περικοπή των επικουρικών συντάξεων. Η ΑΔΕΔΥ περιέγραψε αυτές τις επιλογές ως «το τελειωτικό χτύπημα στην κοινωνική ασφάλιση». Ποιο είναι το μέλλον για τους συνταξιούχους;
Η μη βιώσιμη αύξηση των συνταξιοδοτικών δαπανών ήταν ένας από τους λόγους για τα μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα, τα οποία βρίσκονται στη ρίζα της ελληνικής κρίσης, καθώς ήταν από τις μεγαλύτερες στον ΟΟΣΑ. Επιπλέον, οι συντάξεις ήταν πολύ υψηλές σε σύγκριση με τις καταβληθείσες εισφορές, ενώ ήταν πολύ διαδεδομένη και η πρόωρη συνταξιοδότηση.
Υπήρχαν, επίσης, και εκατοντάδες ειδικά καθεστώτα, τα οποία δημιούργησαν πολλές ανισότητες –άνθρωποι με ίδιες δουλειές, την ίδια ηλικία και τις ίδιες εισφορές κατέληγαν να παίρνουν πολλές διαφορετικές συντάξεις– κάνοντας τη διαχείριση του συστήματος κοστοβόρα και ανεπαρκή. Ετσι, η μεταρρύθμιση του συστήματος ήταν μονόδρομος. Επρεπε να γίνει.
Στόχος είναι η αποκατάσταση της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του συστήματος. Η δημοσιονομική εξυγίανση απαιτεί, επίσης, μια μείωση των συνταξιοδοτικών πλεονεκτημάτων. Ωστόσο, το μέγεθος της εξυγίανσης έχει φέρει πολλούς συνταξιούχους σε μια ευάλωτη θέση. Η μεταρρύθμιση που συζητείται σήμερα είναι σημαντική από δύο απόψεις: Πρώτον, θα δημιουργήσει μια βασική/μίνιμουμ σύνταξη, χρηματοδοτούμενη από γενικά έσοδα.
Αυτό θα παρέχει τη βάση που θα προστατεύει τους ανθρώπους από τη φτώχεια των ηλικιωμένων. Δεύτερον, η μεταρρύθμιση θα εξαλείψει τα εναπομείναντα ειδικά καθεστώτα και θα δημιουργήσει ίδιους κανόνες και ίδιες παραμέτρους για όλους. Αυτό θα μειώσει τις ανισότητες και θα εισαγάγει περισσότερη δικαιοσύνη στο σύστημα. Ταυτόχρονα θα διευκολύνει πολύ τη διαχείρισή του.
• Με την ανεργία πάνω από το 26%, πολλές οικογένειες (με άνεργα παιδιά ή έναν από τους δύο συζύγους) επιβιώνουν συμπληρώνοντας το εισόδημά τους με τη σύνταξη των παππούδων και των γιαγιάδων. Το λαμβάνει αυτό υπόψη του ο ΟΟΣΑ στους υπολογισμούς των συντάξεων;
Προς το παρόν, οι συντάξεις είναι όντως η κύρια πηγή του εισοδήματος για πολλά νοικοκυριά της Ελλάδας με άνεργους νέους. Ομως αυτή η κατάσταση δεν είναι βιώσιμη και δεν αποτελεί το κατάλληλο σύστημα πρόνοιας με καλά στοχευμένη στήριξη του εισοδήματος για τον ενεργό πληθυσμό, το οποίο πρέπει να δημιουργηθεί. Αυτό το σύστημα πρέπει να περιλαμβάνει προσβάσιμη ασφάλιση κατά της ανεργίας και δίχτυα ασφαλείας για το ελάχιστο εισόδημα.
Απαιτούνται επαρκή δίχτυα ασφαλείας για τις οικογένειες σε εργασιακή ηλικία, προκειμένου να εξασφαλίσουν τα στάνταρντ διαβίωσης και τις προοπτικές απασχόλησης κατά τη διάρκεια του καθοδικού κύκλου της οικονομίας.
Επιπλέον, η έλλειψη επαρκών διχτυών ασφαλείας γι’ αυτές τις οικογένειες και η επακόλουθη στήριξή τους από τις συντάξεις των ηλικιωμένων καθιστά πολιτικά πιο δύσκολη την εφαρμογή των απαιτούμενων συνταξιοδοτικών αλλαγών. Τα οικονομικά και δημοσιονομικά κόστη που συνεπάγονται ξεπερνούν κατά πολύ εκείνα της καλά σχεδιασμένης στήριξης των οικογενειών σε εργάσιμη ηλικία. Η Ελλάδα συνεχίζει να είναι μία από τις τρεις χώρες του ΟΟΣΑ που δεν διαθέτουν ένα εθνικό και ευρέως προσβάσιμο επίδομα ελάχιστου εισοδήματος.
• Ενας από τους κύριους λόγους για τους οποίους τα ταμεία κοινωνικής ασφάλισης έχουν χρεοκοπήσει είναι η παράνομη, αδήλωτη και ανασφάλιστη εργασία και, ως αποτέλεσμα, οι χαμηλές ασφαλιστικές εισφορές. Με ποια εργαλεία μπορεί να λυθεί αυτό το πρόβλημα;
Αυτό είναι πράγματι ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα το οποίο απαιτεί μια διαρκή προσπάθεια διαχρονικά. Για παράδειγμα, πρέπει να ενισχυθεί σοβαρά το σύστημα Επιθεώρησης Εργασίας.
Επιπρόσθετα, πολλές χώρες του ΟΟΣΑ έχουν συγχωνεύσει σε έναν θεσμό τη συλλογή των φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών, κάτι που συχνά βοηθά την πρόοδο και στα δύο μέτωπα: στη μείωση της φοροδιαφυγής και της άτυπης εργασίας.
Η πλήρης εφαρμογή της συγχώνευσης όλων των μεγάλων συνταξιοδοτικών ταμείων και ένας εκσυγχρονισμός του πληροφοριακού συστήματος που διαθέτει η διοίκηση της κοινωνικής ασφάλισης θα βοηθούσαν επίσης σημαντικά.
• Οπως έχει υπογραμμίσει ο ΟΟΣΑ, στην Ελλάδα υφίσταται ένα σύστημα εκτεταμένης φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής. Πώς μπορεί να καταπολεμηθεί αυτό αποτελεσματικά;
Ως μέρος της προσπάθειας να πετύχει τη δημοσιονομική σταθερότητα, η Ελλάδα πρέπει να αυξήσει τα φορολογικά έσοδα, μειώνοντας τα επίπεδα φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής.
Η πρόσφατη αύξηση στις ποινές για τη φοροδιαφυγή και την απάτη είναι ένα βήμα στη σωστή κατεύθυνση. Η χώρα σας θα μπορούσε επίσης να εισαγάγει ένα πρόγραμμα αποκαλύψεων, το οποίο θα δίνει στους φορολογούμενους την ευκαιρία να νομιμοποιούν έσοδα και πλούτο που είχαν αποκρύψει στο παρελθόν, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τα χαμένα φορολογικά έσοδα για την κυβέρνηση.
Περίπου 30 χώρες έχουν ήδη λειτουργήσει τέτοια προγράμματα και έχουν ταυτοποιήσει περισσότερα από 48 δισεκατομμύρια ευρώ σε πρόσθετα φορολογικά έσοδα. Τώρα είναι η ώρα να το κάνει και η Ελλάδα.
Από τη στιγμή που οι χώρες θα αρχίσουν να ανταλλάσσουν αυτόματα πληροφορίες σχετικά με λογαριασμούς των φορολογουμένων σε ξένες τράπεζες, ξεκινώντας από το 2017, το κίνητρο για εθελοντική αποκάλυψη θα είναι υψηλό. Επιπλέον, οι απάτες σχετικά με τον ΦΠΑ παραμένουν μια μεγάλη φορολογική πρόκληση για την Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, η χώρα αντιμετωπίζει ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των εσόδων από ΦΠΑ που θα έπρεπε να συλλέγονται κανονικά και των πραγματικών εσόδων. Αυτό το χάσμα είναι σήμερα διπλάσιο από τον μέσο όρο της Ε.Ε. Ετσι, η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει τις προσπάθειες να μειώσει αυτές τις απώλειες από τον ΦΠΑ, βελτιώνοντας τη διαχείριση του φόρου, με τη χρήση κινήτρων που θα ενθαρρύνουν τις συναλλαγές με κάρτες και την εφαρμογή στοχευμένων μέτρων κατά της φοροδιαφυγής.
• Αποτελεί η συνέχιση της λιτότητας τη σωστή απάντηση στην αναζήτηση της ανάπτυξης;
Ο ρυθμός της δημοσιονομικής εξυγίανσης της νέας συμφωνίας με τους θεσμούς είναι λογικός και εφικτός. Το μέγεθος της επιπρόσθετης προσπάθειας για εξυγίανση είναι πολύ μικρότερο απ’ ό,τι τα προηγούμενα χρόνια και δεν θα εκτροχιάσει την ανάκαμψη, με την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση θα συνεχίσει να εφαρμόζει τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται για να γίνει πιο ανταγωνιστική η Ελλάδα.
Η ύφεση θα είναι προφανώς πιο ρηχή απ’ ό,τι αναμενόταν. Ενα καλό μείγμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα μειώνουν τη μονοπωλιακή εξουσία και τα ρυθμιστικά βάρη στις επιχειρήσεις, των κοινωνικών πολιτικών που προστατεύουν όλους τους ευάλωτους πολίτες και των προσπαθειών να αντιμετωπιστεί η φοροδιαφυγή μπορεί να κάνει βιώσιμη και πιο περιεκτική την ανάκαμψη.
Απ’ αυτή την άποψη είναι σημαντικό να εκμεταλλευτείτε όλα τα εργαλεία που διαθέτει η Ελλάδα. Για παράδειγμα, η καλύτερη χρήση των ευρωπαϊκών διαρθρωτικών ταμείων για να γίνουν επενδύσεις-κλειδιά και κοινωνικά προγράμματα είναι κρίσιμος παράγοντας για την τόνωση της ζήτησης και της ανάπτυξης.
• Πιστεύετε ότι μπορεί να υπάρξει πραγματική ανάπτυξη στην Ελλάδα χωρίς μια σοβαρή και μεγάλη αναδιάρθρωση του χρέους;
Το ελληνικό χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι πολύ υψηλό. Ωστόσο, οι χρηματοδοτικές συνθήκες (ωρίμαση, επιτόκια, περίοδος χάριτος) είναι πολύ ευνοϊκές, έτσι ώστε το πραγματικό βάρος του χρέους (δηλαδή τα επιτόκια και οι κύριες πληρωμές) για τα επόμενα χρόνια να είναι στην πραγματικότητα χαμηλό – μικρότερο του 5% του ΑΕΠ την επόμενη πενταετία.
Ετσι, το χρέος δεν φαίνεται να αποτελεί εμπόδιο για την ανάκαμψη βραχυπρόθεσμα. Εάν γίνουν οι μεταρρυθμίσεις και η Ελλάδα καταφέρει να αυξήσει το ονομαστικό της ΑΕΠ την επόμενη δεκαετία, το βάρος του χρέους θα είναι επίσης αντιμετωπίσιμο στο μέλλον.
Υπάρχει μια σειρά δράσεων που η ελληνική κυβέρνηση και οι επίσημοι πιστωτές της θα μπορούσαν να αναλάβουν προκειμένου να μειώσουν τους δυνητικούς κινδύνους της δυναμικής του χρέους, π.χ. εάν η ανάπτυξη δεν επιτευχθεί σωστά. Αυτές περιλαμβάνουν ένα μείγμα επέκτασης της ωρίμασης (του χρέους), μείωσης των επιτοκίων (με την καθήλωσή τους στα τρέχοντα επίπεδα) και αλλαγής των επιτοκίων από κυμαινόμενα σε σταθερά.
Είναι προτιμότερο να πάρουμε αυτά τα μέτρα εκ των προτέρων, έτσι ώστε να παραμεριστούν οι αβεβαιότητες που αφορούν τις μελλοντικές αποπληρωμές στους δανειστές. Αυτό θα βοηθούσε την Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές ιδιωτικού κεφαλαίου με έναν βιώσιμο τρόπο, μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018.
Από την ΕφΣυν

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου