Τρίτη 17 Δεκεμβρίου 2013

Με αφορμή το κατοστάρικο



1996. Πλατεία Εξαρχείων, βράδυ Σαββάτου. Δύο έφηβες, εγώ και η φίλη μου η Χ. πίνουμε από μια κόκα κόλα (ναι, κόκα κόλα!) σε μια από τις καφετέριες της πλατείας συζητώντας διαρκώς για τον Κ., τον μεγάλο κι ανομολόγητο έρωτα της Χ΄. , συμμαθητή της στο φροντιστήριο, αναλύοντας κάθε πτυχή της συμπεριφοράς του κι όλα τα τι μπορεί να σήμαινε αυτό  κτλ… (όσοι έχετε υπάρξει έφηβοι κι ερωτευμένοι, ξέρετε,) όταν ξάφνου νάτος, εκεί μπροστά μας ‘’γεια σου Χ…. ‘’ Αφού ανταλλάζουν μερικές κουβέντες μες την ‘ανετίλα’, ο Κ. δήθεν αδιάφορος αναφέρει ότι πηγαίνει στον Green door (ροκ κλαμπ της εποχής, Εμμανουήλ Μπενάκη και Καλλιδρομίου) και αν τύχει να περάσουμε από κει, ‘’εκεί θα είναι να ουμε’’...
Αυτό ήταν, έπρεπε να πάμε. Το Green door όμως είχε 5 κατοστάρικα είσοδο το κεφάλι! Αδειάζουμε τσέπες και πορτοφόλια κι αρχίζουμε να μετράμε δεκάρικα κατοστάρικα – ότι είχαμε.. και μάταια προσπαθούμε να τα βγάλουμε στο χιλιάρικο μπας  και μπορέσουμε να μπούμε στο εν λόγω μπαρο-κλάμπ.  Εκείνη τη στιγμή ένας ζητιάνος  – ίσως χρήστης ουσιών–  φτάνει στο τραπέζι μας ‘ κορίτσια μήπως περισσεύει κάνα κατοστάρικο..?’  Μες την αναταραχή, την εφηβική καψούρα και την αγωνία, τη φίλη μου την πιάνει νευρικό γέλιο στιγμιαία .. ‘’δεν είναι αστείο ρε κορίτσια…’’  Σπεύσαμε λοιπόν  να του εξηγήσουμε, πως… κι εμείς εκείνη την ώρα τα μετράγαμε και δεν μας βγαίνανε, και χίλια συγνώμη για το γέλιο ήταν νευρικό, κτλ κτλ.  Ο ζητιάνος ευαισθητοποιήθηκε, βάζει το χέρι στην τσέπη κι αφήνει ένα χάρτινο κατοστάρικο… ’’πάρτε αυτά από μένα’’ ‘’ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ;;;’’ φωνάζουμε και οι δύο, ‘’πάρ’το, δεν χρειάζεται, σε παρακαλώ..!!’’  ‘’ όχι, όχι , κρατήστε το’’ είπε φεύγοντας     ‘’εγώ θα γυρίσω, θα ζητήσω, θα βρω, ενω εσείς…’’  Σιωπη. Παγωμάρα.                                                     Σταμάτησε ο χρόνος για λίγο. .. Μέχρι να συνειδητοποιήσουμε τι είχε συμβεί είχε χαθεί από τα μάτια μας… μάταια όταν λίγο συνήλθαμε ψάχναμε να τον βρούμε στην πλατεία να του δώσουμε το κατοστάρικο, κι αυτό και άλλα τόσα, κι άλλα τόσα.  Άλλωστε δεν τα χρειαζόμασταν πια. Το Green door ξαφνικά είχε γίνει πολύ ανούσιος στόχος, πολύ ρηχός, ανήκε στο παρελθόν, τότε που ήμασταν παιδιά.. τότε που ο Κ. και ο κάθε Κ. μπορούσαν να επισκιάσουν τα πάντα γύρω μας.  Μέσα σε λίγα λεπτά άλλαξε ο κόσμος και το σαββατόβραδο πήρε άλλο νόημα και πυροδότησε άλλου είδους συζητήσεις μεταξύ μας.  Ντραπήκαμε, και ταυτόχρονα θαυμάσαμε αυτόν τον Άνθρωπο.
2013. Η Ελλάδα της κρίσης.  Πολλοί οι ζητιάνοι,  πολλοί οι άστεγοι, πολλοί οι άνθρωποι που παλεύουν να ζήσουν αξιοπρεπώς, άπειροι αυτοί που ζουν με λιγότερα από αυτά που ζούσαν πριν..  ο καθένας στο βεληνεκές του.  Όλοι ριγμένοι νιώθουμε.  Τα αφεντικά παραπονιούνται στους υπαλλήλους , οι υπάλληλοι στο σκύλο τους, ο σκύλος στην ουρά του και ούτω καθ’ εξής. Όλοι ριγμένοι κι αδικημένοι νιώθουμε. Άλλος δεν έχει να φάει άλλος δεν έχει να πάει στις Μπαχάμες αλλά ο δεύτερος τείνει καμιά φορά να παραπονιέται ακόμη και περισσότερο από τον πρώτο. Ίσως γιατί γι αυτόν έπρεπε να κάνει μια εξαίρεση  η κρίση, όλοι οι άλλοι ας πνιγούνε, κάτι θα έκαναν λάθος.. οι άλλοι.
Και μέσα σε όλο αυτό  το χαμό της ανέχειας – όπως κι αν την εννοεί κανείς-  έρχεται στη μνήμη μου ο ζητιάνος του 1996. Ο Αγνός,  ο ανθρωπιστής,  ο ανώτερος, ο έχων 2 χιτώνες δίνει τον έναν,  ο ένας για όλους και όλοι για έναν, αυτός που με μια αυθόρμητη πράξη του δίδαξε πώς η ζωή θα γινόταν ομορφότερη, πιο δίκαιη και λιγότερο γκρινιάρα , πώς καμιά φορά τα πράγματα είναι απλά, και είναι στο χέρι μας , ναι , στο χέρι μας όχι στην τσέπη μας. Όχι πια στην τσέπη μας, εκεί δεν ήταν ποτέ.

Εριφύλη  Δαφέρμου  8.12.13

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου